Λείβηθρα

ΛΕΙΒΗΘΡΑ

 

 
 

 

 

έφη πουλάκη παντερμαλή

O τίτλος προκύπτει από ένα πανάρχαιο ταξίδι, εκείνο που περιγράφεται στους ακροτελεύτιους στίχους των Αργοναυτικών του Ορφέως, ενός έπους που αποδίδονταν στον ίδιο τον Ορφέα.

 

Φέρεται να το διηγείται ο ίδιος επειδή, εκτός από την πολυσυζητημένη κάθοδο του στον Άδη, κύριο επεισόδιο της ζωής του υπήρξε και η Αργοναυτική εκστρατεία.   Έδινε τον ρυθμό της κωπηλασίας και βοηθούσε τους Αργοναύτες να ξεφεύγουν από ποικίλους  κινδύνους.  Αναφέρεται μάλιστα και ένα από τα είδη της μουσικής που καλλιέργησε: ο βηταρμός [κατά τους αρχαίους σχολιαστές η  πυρρίχη όχρησις[1]

 

Το έπος καταλήγει με την επιστροφή του Ορφέως στην πατρίδα του, τα «Λείβηθρα». 

 

«Έτσι λοιπόν ξεκίνησα,

στη χιονισμένη Θράκη να  επιστρέψω.

Και έφτασα στον τόπο μου,  τα  Λείβηθρα.

Στο ξακουσμένο  σπήλαιο να  μπω,

εκεί  όπου γεννήθηκα,

στου μεγαλόκαρδου του Οίαγρου την κλίνη»

Ορφέως Αργοναυτικά 1373

 

Ο Ορφέας στο εσωτερικό λευκής κύλικας. 
Εθν. Αρχ. Μουσείο.

 
 

Οίαγρος είναι ο  πατέρας του Ορφέα.  Μητέρα του είναι η επιφανής Μούσα Καλλιόπη.

Ο ίδιος γεννήθηκε σε μία σπηλιά των Λειβήθρωνστην Πιερία. Πιερία είναι η στενή λουρίδα γης ανάμεσα στα βουνά του Ολύμπου και τη θάλασσα.

 

Καρπός εννέα ημερών θείου έρωτα στην Πιερία  του Δία και της Μνημοσύνης, η μητέρα του Ορφέα και οι υπόλοιπες Μούσες είναι “Ολυμπιάδες” και “Ολύμπια δώματα έχουσαι” στον Όμηρο,  ”ολυμπιάδες” και  “πιερίδες” στον Ησίοδο.  

Το δεύτερο επίθετο υπερίσχυσε έκτοτε διαιωνίζοντας τη σχέση της χώρας αυτής με τις κόρες της Μνημοσύνης, τις νεράιδες εκείνες της φύσης -αλλά και της τέχνης- που γεννήθηκαν από τον πατέρα των θεών για να μη λησμονούν οι θνητοί την θεία δημιουργία και το αθάνατο μεγαλείο της.

 

Ησίοδε,   [λέει ο ίδιος στη Θεογονία]

 Τον ύμνο ας αρχίσουμε απ’ τις Μούσες,

Που τον γονιό δοξάζοντας τον Δία 

την δυνατή του την ψυχή ευφραίνουν ασταμάτητα 

στου Ολύμπου τα  παλάτια.

Ανιστορώντας τα τωρνά μα και τα περασμένα.

Και όλα τα μελλούμενα.

Στην Πιερία γεννήθηκαν από τη Μνημοσύνη.

Κόρες αυτές του έρωτα του Κρονογενημένου.

Οποίον οι Μούσες αγαπούν τρισεύτυχος λογιέται. 

Κι από το στόμα του λαλιά  ολόγλυκη αναβλύζει.

Ησ. Θεογονία, 36

 

 

Η έντονη σχέση του Ορφέα και των Μουσών με την Πιερία, οδήγησε στη γενεαλογική τους σύνδεση με τον ομώνυμο Μακεδόνα γενάρχη, τον Πίερο, που θεωρήθηκε πατέρας των Μουσών και επομένως παππούς του Ορφέα. [3] 

 

Η σχέση αυτή είναι πράγματι πολύ  έντονη για να μπορεί να αγνοηθεί και ίσως να οφείλεται σε κάποιον αρχαιότατο μουσικό λόγω, σήμερα δυστυχώς χαμένο, που είχε σχέση με τον Ορφέα, την Πιερία και τις μούσες της. Είναι μία υπόθεση που δεν μπορεί να αγνοηθεί,  αν λάβουμε υπόψη την πληροφορία του Πλούταρχου στο «Περί Μουσικής»  για τα «περί Μούσας» ποιήματα  του Μακεδόνα γενάρχη Πιέρου.

 

Ο μουσικός Ορφεύς σε ερυθρόμορφες παραστάσεις αγγείων:

Κρατήρας του β μισού του 5ου αι. στην Ζυρίχη.  Κρατήρας των μέσων του 5ου αι. στο Αμβούργο  Στις πρωϊμότερες παραστάσεις της αρχαιότητας ο Ορφεύς δεν απεικονίζεται ως Θραξ.

Η αρχαία έρευνα προβληματίστηκε και αυτή  με την πρώιμη αναφορά των μουσών στην περιοχή, αλλά και με την κοινή ονοματολογία Πιερίας και Ελικώνα σε θέσεις που σχετίζονται με τις μούσες, όπως πχ. τα Λείβηθρα, την Πίμπλεια, τον Ελικώνα. Το φαινόμενο ερμηνεύθηκε όπως και στον μύθο, με την μεταφορά της λατρείας των μουσών στον Ελικώνα από κατοίκους της Πιερίας.[4] σύγχρονη έρευνα το πρόβλημα οφείλει ίσως να παραμένει ανοικτό.[5]

 

Αντίθετα, ο συστηματικά αναφερόμενος διωγμός των προϊστορικών “θρακών” από την Πιερία και η εγκατάστασή τους στην παραλία του Παγγαίου [6] θα μπορούσε να θεωρηθεί πραγματικό γεγονός, που υπομνηματίζει εν μέρει την παράλληλη ιστορία του Ορφέα στις δύο περιοχές.

  

Ο μύθος

 

 

 

Σύμφωνα με τον μύθο ο Ορφέας γεννήθηκε από την μούσα Καλλιόπη σε μία από τις σπηλιές του Ολύμπου,  κοντά στα Λείβηθρα και την Πίμπλεια.  Είχε βίαιο θάνατο, από γυναίκες της Πιερίας που τον θανάτωσαν στην παραολύμπια χώρα του Δίου. 

Εκεί κυλούσε ένα ποτάμι ο Ελικών, στα νερά του οποίου θέλησαν να ξεπλύνουν το αίμα του Ορφέα.

Το ποτάμι τότε, για να μη συντελέσει στον καθαρμό του φονικού, εξαφανίστηκε μέσα στη γη και βγήκε καθαρό στο Δίον με το όνομα Βαφύρας. 

Από εκεί, πλωτός πια ποταμός, κύλησε προς τη θάλασσα.

 

 

 

 

H  δολοφονία του Ορφέα στον Όλυμπο από τις γυναίκες της Πιερίας σε ερυθρόμορφες παραστάσεις αγγείων: Αμφορέας Nola του β μισού του 5ου αι. Bale.

Υδρία στην Βοστώνη. Γύρω στα μέσα του 5ου αι. 

 

Αιτία του φονικού μάλλον στάθηκαν οι τελετές του Ορφέα.  Τέτοιες τελετές γίνονταν σε τακτές ημέρες σε ένα ειδικό “οίκημα μέγα τε και προς τελετάς εύ πεποιημένον”. 

 

Έπαιρνε μέρος “πλήθος Θρακών και Μακεδόνων οπλισμένων”, που πριν από τις τελετές άφηναν τα όπλα τους στις πύλες του κτιρίου.  Αυτό το κτίριο, το πρώτο “τελεστήριον” των μυστηρίων του Ορφέα βρισκόταν στην πατρίδα του, τα Λείβηθρα.

 

Τα Λείβηθρα λοιπόν είναι μια αρχαία πόλη της Πιερίας όπου γεννήθηκε ο Ορφέας και όπου γίνονταν αρχαιότατες μυστηριακές τελετές, οι πρώτες ίσως “τελετές μυστηρίδες” του “ευάζοντος κατ’ Όλυμπον Βάκχου”.  Η σχέση όμως της πόλης αυτής με τον Ορφέα δεν σταματάει εδώ.

 

Μετά τον θάνατο του, δόθηκε ένας χρησμός που ζητούσε να βρεθεί το σώμα του και να ταφεί.  Και καθώς ο Ορφέας ήταν γιος ενός ποταμού και ο θάνατός του συνδέθηκε με ένα ποτάμι, έτσι και τα λείψανά του βρέθηκαν και αυτά στις εκβολές ενός ποταμού.

 

Τα Λείβηθρα σήμερα

 

Ετάφη στα Λείβηθρα.  Ο τάφος του, που ήταν αρχικά ένα απλό ηρώο, μετατράπηκε σιγά-σιγά σε ιερό όπου λατρεύτηκε με θυσίες, όπως οι θεοί. 

 

Εδώ βρισκόταν  και το κυπαρισσένιο του άγαλμα, το ξόανο.  Το ιερό αυτό με τον τάφο του Ορφέα ήταν για τις γυναίκες “παντελώς άβατον”.

 

Όταν ο Αλέξανδρος  ξεκινούσε την ασιατική του εκστρατεία με μία μεγάλη γιορτή στο Δίον, το άγαλμα του Ορφέα στα Λείβηθρα «ƒdrîta polÝn … ¢fÁke..» Ο οιωνός ερμηνεύθηκε αισιόδοξα, και μάλλον σωστά. 

 

Ότι δηλαδή πολύ θα κουράζονταν στο μέλλον οι άνθρωποι της τέχνης και των γραμμάτων για να υμνήσουν αντάξια αυτή την εκστρατεία. 

 

Η κοίτη του Συός στα Λείβηθρα

 

Για τα Λείβηθρα και τον τάφο του Ορφέα μοιραίο στάθηκε και πάλι ένα ποτάμι.  Την πληροφορία την δίνει ο Παυσανίας, καθώς διηγείται μια ιστορία που άκουσε στη Λάρισα.  Τα Λείβηθρα, λέει, ήταν κτισμένα στον Όλυμπο, εκεί όπου το βουνό στρέφει από τη Θεσσαλία και κοιτά προς τη Μακεδονία.  Κάποτε ένα χρησμός είπε πως όταν ο ήλιος δει τα κόκαλα του Ορφέα, τότε τα Λείβηθρα θα καταστραφούν από τον Συν.  Συς στα αρχαία ελληνικά θα πει αγριογούρουνο.  Στα Λείβηθρα δεν έδωσαν και πολλή σημασία στον χρησμό,  πιστεύοντας ότι δεν είναι δυνατόν να υπάρξει τέτοιο θηρίο ικανό να καταστρέψει την πόλη τους.  Όταν όμως ο θεός το θέλησε έγιναν τα εξής.

 

Ένας βοσκός κάποιο μεσημεράκι αποκοιμήθηκε ακουμπώντας στον τάφο του Ορφέα.  Αν και κοιμισμένος, άρχισε να τραγουδάει  Συνεπαρμένοι οι βοσκοί εγκατέλειψαν τα ζώα τους και οι χωρικοί παράτησαν τα χωράφια τους για να ακούσουν τον κοιμισμένο βοσκό. 

 

Κάποια στιγμή, σμπρώχνοντας ο ένας τον άλλον και καυγαδίζοντας ποιος θα βρεθεί πιο κοντά, έριξαν κάτω την κολόνα και έσπασαν την οστεοθήκη. 

 

Έτσι, ο ήλιος είδε τα κόκαλα του Ορφέα.

Αμέσως μόλις νύχτωσε ο θεός έστειλε μεγάλη βροχή από τον ουρανό και ένας από τους χειμάρρους του Ολύμπου, ο Συς, γκρέμισε τα τείχη των Λειβηθρίων και παρέσυρε τα ιερά των θεών και τα σπίτια των ανθρώπων. 

 

Και αφού τα Λείβηθρα καταστράφηκαν, ο τάφος-ιερό του Ορφέα μεταφέρθηκε στην παραολύμπια χώρα του Δίου.

Ο αγαπημένος των Μουσών εμφανίζεται πρώτη φορά στην ιστορία λίγο πριν τα μέσα του  6ου αιώνα, σε  ένα ανάγλυφο του θησαυρού  των Σικυωνίων στους Δελφούς, όπου απεικονίζεται στην Αργοναυτική Εκστρατεία με το όνομα Ορφάς.

 

 

Η Υψιπύλη

Από τα πολυάριθμα αγγεία με μυθολογικές παραστάσεις που βρέθηκαν στην ακρόπολη των Λειβήθρων  ξεχωρίζει το όστρακο αυτό με την Υψιπύλη, μάννα του βασιλιά της Λήμνου, εκείνου που προμήθευε με Λήμνιο οίνο τον Αγαμέμνονα.  Ο βασιλιάς ήταν παιδί του Ιάσονα και καρπός της Αργοναυτικής Εκστρατείας.

 

Σύμφωνα με μία παραλλαγή του μύθου, τα παιδιά του Ιάσονα και της Υψιπύλης είχαν ακολουθήσει τον Ορφέα στην  δική του πατρίδα.

 

 

Στα τέλη του 6ου αιώνα, είναι ήδη «ονομακλυτός Ορφής», δηλαδή ξακουστός Ορφεύς,  γεγονός που γνωρίζουμε χάρη σε ένα μικρό απόσπασμα του ποιητή Ιβυκού.[7]  

 

Από τον 5ο αιώνα μέχρι το τέλος της αρχαιότητας  θα αναφέρεται πλέον συχνά, κατά κανόνα ως φυσικό πρόσωπο, θεολόγος,  μάντις, μάγος και ιερέας.

 

Το όνομα του έχει σχέση με το σκοτάδι.  Το όνομα του πατέρα του Οίαγρου παραπέμπει στον Χάρο, και του παππού του Χάροπα στον ηγεμόνα του Κάτω Κόσμου. 

 

Αναμενόμενο ίσως, αφού ονομακλυτός ήταν κυρίως για την καθοδο στον Αδη [που του απέδιδαν στον μύθο] και για την τεχνολόγηση μυστηρίων των χθόνιων θεοτήτων [που του απέδιδαν ως φυσικό πρόσωπο].

 

Εκτός από ευρετής  της μουσικής και  αρχή απάντων των ποιητών, θα  φέρεται ως ο παλαιότατος ενθέως φιλοσοφήσας,

ο ευρών ανθρώποις γράμματα και σοφίην,

 

Ð peribÒhtoj poiht»j

Óstij ™xšqeto qeogon…an kaˆ kÒsmou kt…sin kaˆ ¢nqrèpwn plastourg…an,

[Óstij] maqhmatikîj p£nta parakeleÚetai dr´n και 

[Óstij] katšdeixe fÒnwn t' ¢pšcesqai.  

Θα αναφέρεται εν ολίγοις, ως μέγιστη μορφή του πολιτισμού γενικοτερα.[8] 

 

Εφέρετο μάλιστα να έχει αποδημήσει στην κορυφή της πολιτιστικής πυραμίδας των πρώιμων χρόνων, την Αίγυπτο, όπου

«poll¦ prosepimaqën mšgistoj ™gšneto tîn `Ell»nwn œn te ta‹j qeolog…aij kaˆ ta‹j teleta‹j kaˆ poi»masi kaˆ melJd…aij».

 

“Όταν  [λέει ο Διόδωρος]

έγινε γνωστή σε όλους η παρουσία του Διόνυσου και η προσφορά του που συνέβαλε στην εξημέρωση του κοινού βίου, όλοι έβγαιναν με χαρά να τον προϋπαντήσουν. 

 

Υπήρχαν όμως και μερικοί που με αλαζονεία και ασέβεια τον καταφρόνησαν.  Έλεγαν μάλιστα ότι περιφέρει τις Βάκχες από προσωπική του ακολασία και ότι εισάγει τις τελετές και τα μυστήρια από την επιθυμία του για ξένες γυναίκες. 

 

Όλοι αυτοί τιμωρήθηκαν από τον θεό..  Ανάμεσά τους ήταν.. ο Λυκούργος.. και ο Πενθέας.

 

 Ο Διόνυσος τύφλωσε τον Λυκούργο, τον βασάνισε και τον σταύρωσε. Ανταποδίδοντας στον Χαρωπά την ευεργεσία, του παρέδωσε την βασιλεία των Θρακών και του δίδαξε τις τελετές των οργίων.

 

Ο Οίαγρος, ο γιος του Χάροπα, παρέλαβε την βασιλεία και τις μυστηριακές τελετές. 

 

Από αυτόν λοιπόν τις παρέλαβε αργότερα και ο Ορφεύς, ο γιος του Οίαγρου, αυτός που ήταν ανώτερος από όλους στα φυσικά χαρίσματα και την παιδεία. 

 

«Ο Ορφέας έφερε πολλές μεταρρυθμίσεις στις τελετές των οργίων. Για τον λόγο αυτό, οι Διονυσιακές τελετές ονομάστηκαν και Ορφικές.[9]

 

 

«Κι αυτοί  που λεν

[συνεχίζει ο Διόδωρος]

 ότι ο Διόνυσος  γεννήθηκε στη Θήβα από τη Σεμέλη, απλώς αυτοσχεδιάζουν.  Επειδή οι Καδμείοι τιμούσαν τον Ορφέα  και ήταν φίλος τους, τους έδειξε την εύνοια του μετακομίζοντας τη γέννηση του θεού στη Θήβα.

 

 Ο ίδιος είχε μυηθεί στις τελετές και τα διονυσιακά μυστήρια στην  Αίγυπτο.»

 

«Δεν θα αναφερθώ εις το ακανθώδες θέμα της ιστορικότητας του Ορφέως,» 

έλεγε το 1965 ο αστρονόμος Κ. Χασάπης  

 

«αλλά και δεν παραλείπω να αποσαφηνίσω την θέσιν, την οποίαν λαμβάνω επί τούτου.

 

Την άποψιν ότι ο Ορφεύς υπήρξε και μάλιστα ότι έζησε τουλάχιστον κατά τα μέσα της Β χιλιετηρίδας πΧ. Την θέσιν ταύτην θα στηρίξω δι όσων θα λεχθούν αναφορικώς, προς την ηλικίαν των Ορφικών Υμνων όπως αύτη προσδιορίζεται αστρονομικώς εις το τελευταίον κεφάλαιον αυτής της μελέτης ».[10]

 

Ο αστρονόμος θεωρεί ότι η νεώτερη καταγραφή των ορφικών ύμνων δεν αναιρεί την απώτερη καταγωγή τους από τα μέσα της Β χιλιετίας, εκεί όπου τον οδηγούν κάποια από τα αστρικά φαινόμενα που αναφέρονται στους ύμνους.

 

Το Πάριο Χρονικό τον χρονολογεί γύρω στο 1400.[11]

 

Ανεξαρτήτως της ιστορικότητας ή μη του Ορφέα, εκείνο που παραμένει ως γεγονός είναι ότι στην αρχαιότητα εθεωρείτο φυσικό πρόσωπο και μία από τις  σημαντικότερες μορφές του πολιτισμού στην προϊστορική Ελλάδα. Για κάποιες μάλιστα από τις πηγές μιλούσε τη δωρική γλώσσα και ήταν από τους εισηγητές της γραφής στην Ελλάδα. Αλλά, βεβαίως, ονομάζεται Θράξ.  

Είναι όμως χαρακτηριστικό ότι στις πρώιμες απεικονίσεις του, όπως στο ανάγλυφο στους Δελφούς, τις πρώιμες αγγειογραφίες του 6ου και του 5ου αιώνα, αλλά και στη χαμένη σήμερα Νέκυια του Πολυγνώτου [επίσης στους Δελφούς] το παρουσιαστικό του Ορφέα ήταν ελληνικό  και ούτε ενδύματα θρακικά φορούσε ούτε κάλυμμα θρακικό είχε στο κεφάλι.

 

Το γεγονός προβλημάτισε κάποιους από τους αρχαίους συγγραφείς, όπως ίσως πρέπει να προβληματίζει και κάποιους από εμάς σήμερα .

 

« Αν στρέψει κανείς το βλέμμα του στο κάτω μέρος της ζωγραφιάς,»

λέει ο Παυσανίας για τη Νέκυια του Πολυγνώτου]

«θα δει μετά τον Πάτροκλο τον Ορφέα, καθιστό πάνω σε ένα είδος λόφου, να ακουμπάει το αριστερό χέρι σε κιθάρα.  Με το άλλο αγγίζει μια ιτιά:  αυτά που αγγίζει με τα χέρια του είναι τα κλωνάρια του δέντρου ενώ στο ίδιο το δέντρο έχει στηριγμένο το σώμα του. 

 

Το άλσος μοιάζει να είναι της Περσεφόνης, όπου είναι φυτρωμένες λεύκες και ιτιές, κατά την ιδέα του Ομήρου.   Το παρουσιαστικό του Ορφέα είναι ελληνικό  και ούτε ενδύματα θρακικά φορεί ούτε κάλυμμα θρακικό έχει στο κεφάλι...»

 

«...Για τους λόγους αυτούς»  [λέει και ο Αιλιανός]  «τολμούν μερικοί να πουν πως ούτε και ο ίδιος ο Ορφέας θα μπορούσε να είναι σοφός, αφού ήταν Θράκας. 

 

Αυτά υποστηρίζει ο Ανδροτίων προκειμένου να τονίσει την αγραμματεία και την απαιδευσία των Θρακών.[12]

Αιωνόβιο πλατάνι στα  ερείπια  των Λειβήθρων.

 

 

Προϊστορικοί Θράκες 

 

Όταν οι αρχαίοι αναφέρονται στη “Θράκη” της προϊστορικής εποχής,  αναφέρονται στη  γη που εποπτεύει το Αιγαίο από τον Βορρά, τη βόρεια παραλία από τον Ελλήσποντο μέχρι και τον Όλυμπο, το δυσχείμερο ορμητήριο των ανέμων, από τους οποίους ίσως κατάγεται και το όνομα της.

 

Η περιοχή του Μακεδονικού Ολύμπου,
«Θράκη» στην προϊστορική αρχαιότητα.
 

Ο όρος “Μακεδονία” για το δυτικό τμήμα της περιοχής αυτής,  ξεκίνησε αρχικά ως όρος πολιτικός για να ορίσει την επικράτεια όπου ασκούσαν εξουσία οι ηγεμόνες της Μακεδονίας.  Η επέκταση των Μακεδόνων στην προϊστορική Θράκη κατά τη διάρκεια των ιστορικών χρόνων και η εξέλιξη της ιστορίας έδωσε μοιραία στον όρο Μακεδονία το γεωγραφικό νόημα που έχει σήμερα. Ο όρος “Θράκη”  συνέχισε να χρησιμοποιείται για την κεντρική-ανατολική Μακεδονία πολλούς αιώνες αργότερα, συνήθεια και κατάλοιπο μακράς περιόδου πριν από την δημιουργία του μακεδονικού κράτους στην περιοχή. Ο  “προϊστορικά” θρακικός χαρακτήρας της Πιερίας προφανώς ενίσχυσε στα ιστορικά χρόνια την παράδοση για την “θρακική" καταγωγή του Ορφέα, μια καταγωγή εντελώς ασυμβίβαστη με την απαιδευσιά των Θρακών της ιστορικής περιόδου. Είναι γνωστό εξάλλου ότι προϊστορικοί Θράκες όπως ο Ορφεύς αναφέρονται συχνά και στη νότια Ελλάδα, όπως πχ. οι Θράκες της Αττικής, της Βοιωτίας, οι Αβαντες της Εύβοιας, κ.α.   Οι Αβαντες βέβαια της Εύβοιας είχαν την ξεχωριστή τύχη να αναφέρονται και από τον Όμηρο στην τρωική διαπάλη ως σύμμαχοι των Μυκηνών και σύντροφοι των παιδιών του Θησέα.  Το γεγονός [σύμφωνα με τις τρέχουσες θεωρίες] έρχεται σε αντίθεση με τυχόν αλλότρια καταγωγή τους.  Πριν αρκετά χρόνια, σε μελέτη παλιών συναδέλφων είχα διαβάσει την περίεργη [όπως μου φάνηκε τότε] έκφραση “το ελληνικό φύλο των Πιέρων Θρακών,”  το οποίο [υπό την πίεση των Μακεδόνων] αναγκάστηκε να μεταναστεύσει στην περιοχή του Παγγαίου.  Θυμάμαι ότι χαμογέλασα τότε με την υπεροπτική εκείνη ειρωνεία που καλλιεργεί η σιγουριά της νεότητας και η επιπόλαιη γνώση. Σήμερα αισθάνομαι απλά αμηχανία.  Οφείλεται στο γεγονός ότι ακόμη και για την ελληνική αρχαιότητα οι λαοί εκείνοι ήταν ήδη ένα πολύ μακρινό παρελθόν προς διερεύνηση. Επιπλέον, πολλές πληροφορίες σώθηκαν αποσπασματικές, ασαφείς και συχνά αντιφατικές.  Κυρίως όμως προκύπτει από τη δική μας εμμονή να μεταφέρουμε, έστω και άθελα, τα νεότερα εθνολογικά [= Πολιτικά] προβλήματα στο μακρινό εκείνο παρελθόν που τα μεταγενέστερα έθνη θα βρίσκονταν ακόμη στην διαδικασία του γίγνεσθαι. Μπορούμε ίσως να πούμε ότι οι προϊστορικοί και πολυώνυμοι θράκες είναι προελληνικοί λαοί του Αιγαίου,  με την έννοια όμως ότι όλα τα γένη που "συνευρέθηκαν" και δημιούργησαν το όμαιμων των «ελληνικών»[13] χρόνων μπορούν να θεωρούνται προελληνικά. Έτσι, όπως ο Πέλοψ της Πελοποννήσου είναι Λυδός επειδή κατάγεται από τη Μ. Ασία το ίδιο  και ο Ορφέας   είναι Θραξ, επειδή κατάγεται από την προϊστορική Θράκη.  Και οι δύο ανήκουν σε έναν πρώιμο πολιτιστικό κύκλο της ελληνικής αρχαιότητας.  Και οι δύο συνέβαλαν μαζί με άλλους σε εκείνο που θεωρήθηκε αργότερα ελληνικός πολιτισμός και ελληνικό έθνος. Δεν είναι καθόλου εύκολο να επενδυθεί εθνικό περιεχόμενο των ιστορικών χρόνων στους “Θράκες” της προϊστορίας, εποχή κατά την οποία βεβαίως και οι όροι Έλλην και Ελλάς δεν είχαν ακόμη αποκτήσει το περιεχόμενο της πρώτης χιλιετίας και αργότερα.

 

«Μου φαίνεται» 

λέει ο Θουκυδίδης

 

«πως ούτε το σημερινό της όνομα είχε ακόμη η Ελλάδα. Πριν από τον Έλληνα μάλιστα [τον γιο του Δευκαλίωνα] νομίζω ότι δεν υπήρχε καν ως όνομα.  Κάθε τόπος ονομάζονταν από τους κατοίκους του, κυρίως από Πελασγούς.  Από τότε όμως που απέκτησαν ισχυρή εξουσία στη Φθιώτιδα ο Έλλην και τα παιδιά του άρχισαν να συμμαχούν και  με τις άλλες πόλεις.   Έτσι σιγά-σιγά ονομάζονταν και οι άλλοι Έλληνες, χωρίς όμως και πάλι να επικρατήσει για όλους.  Η καλύτερη απόδειξη είναι βέβαια ο Όμηρος.  Μολονότι έζησε πολύ αργότερα ακόμη και από τα Τρωικά, ονομάζει  Έλληνες μόνο τους πρώτους "Έλληνες", δηλαδή εκείνους που είχαν έλθει [στην Τροία] από τη Φθία με τον Αχιλλέα.  Κανέναν άλλον.  Όλους μαζί τους αποκαλεί Δαναούς, Αργείους και Αχαιούς. Εξάλλου, δεν αναφέρει καν ούτε τη λέξη βάρβαρος, γιατί δεν υπήρχε η ανάγκη για ένα αντίπαλο όνομα»

Θουκιδίδης 1 3

 


Ολυμπική Πιερία

 

H ακρόπολη του αρχαίου Ηρακλείου-βυζαντινού Πλαταμώνα από την ακρόπολη των Λειβήθρων.  Το όνομα  Πιερία είναι ελληνικό και  αρχαιότατο. Αναφέρεται στα πρώτα κείμενα της ελληνικής γλώσσας, τον Όμηρο και τον Ησίοδο, σε σχέση πάντα με τις δραστηριότητες των θεών στον Όλυμπο.  Οι θεοί περνούν από την Πιερία για να προχωρήσουν βορειότερα προς τα όρη της Θράκης, νότια προς την Θεσσαλία, ανατολικά προς την θάλασσα. Στα λιβάδια της βόσκουν τα κοπάδια τους.   Στον Ησίοδο αναφέρεται και σε σχέση με πρώιμους Μακεδόνες. [14]  

 

Το όνομα  Πιερία προέρχεται από την ίδια ρίζα με το “πίαρ” και είναι συνεπές με την παχιά,  εύφορη γη, την σχεδόν λιπαρή πεδιάδα της Πιερίας και την πλούσια γη  των ορεινών της περιοχών.  [15]. Ανάλογα ονόματα με αυτό της Πιερίας είναι τα αναφερόμενα στις μυκηναϊκές πινακίδες: pi-we-ri-di   και pi-we-ri-ja-ta.  Το τελευταίο θυμίζει και το “Πιεριώτας” εθνικό των Μακεδόνων της Πιερίας που αναφέρεται  από τα λεξικά του Στέφανου Βυζάντιου και  Σουίδα, και από τον Στράβωνα. Συζητώντας  για τους Μάγνητες της Ιλιάδος, ο τελευταίος αναφέρει ότι ήταν γείτονες με τους Μακεδόνες κατοίκους της Πιερίας. Τους ονομάζει Πιεριώτες, διαφοροποιώντας τους έτσι από εκείνους που φέρονται ως οι πρώτοι κάτοικοι της περιοχής, αυτούς  που απώθησαν οι Μακεδόνες και τους οποίους ονομάζει Πίερες ["Θράκες"].[16]

 

Χάρτης  της Ολυμπικής Πιερίας από την περιοχή του Δίου ως και του Ηρακλείου [Πλαταμών].  Εκτός από το Δίον, τα Λείβηθρα και το Ηράκλειο, στην περιοχή αναφέρονται  επίσης οι πόλεις Φίλα [στα σύνορα των νομών Πειρίας-Λαρίσης], Πίμπλεια,  Μούσειον, Πέτρα, Ζάβατον, Πιερίς.  Λείβηθρα, Πίμπλεια, και Δίον είναι οι πόλεις που κυρίως  αναφέρονται σε σχέση  με τη Μουσική οικογένεια [Ορφεύς και Μούσες].

 

Λείβηθρα: Ο αρχαιολογικός χώρος

 

Από τους τόπους που έχουν άμεση σχέση με την μουσική οικογένεια, η θέση του Δίου στον κάμπο της Πιερίας βόρεια από το Λιτόχωρο είναι γνωστή.  Η θέση της Πίμπλειας είναι ακόμη αβέβαιη.[17]

 

Φαίνεται ότι βρισκόταν ανάμεσα στο Δίον και τα Λείβηθρα, ίσως κοντά στο Λιτόχωρο.

 

Που βρίσκονται όμως τα Λείβηθρα;

 

Αβίαστα προκύπτει από τις πηγές  ότι τα Λείβηθρα [18]  και ο εξαρτημένος ορφικός μύθος πρέπει να αναζητηθούν στους πιερικούς πρόποδες του Ολύμπου, κοντά στα δώματα όπου κατοικούσαν οι Μούσες και σε μία πηγή όπου σύχναζαν, σε τέτοιο ίσως περιβάλλον που θα μπορούσε να έχει θρέψει μύθους για τα πανάρχαια ξωτικά και τον Ορφέα.

 

 

 


Η περιοχή του πιερικού-μακεδονικού Ολύμπου.
Σημειώνεται η θέση των Λειβήθρων.

 

Από τον Στράβωνα γνωρίζουμε ότι βρισκόταν κοντά στην Πίμπλεια που, με τη σειρά της, ήταν και κοντά στο Δίον.  Στον Παυσανία η πληροφορία είναι συγκεκριμένη: ήταν κτισμένα “εν τω Ολύμπω”,  και μάλιστα  στο νοτιότερο  τμήμα, εκεί που το βουνό στρίβει από τη Θεσσαλία και κοιτά προς την Μακεδονία.

 

Ανω Ολυμπος

 

 

9 30 ½kousa d kaˆ ¥llonn LarsV lÒgon,

æjn tù ´OlÚmpJ. pÒlij okoto Lbhqra, Î ™pˆ Makedonaj tštraptai tÕ Ôroj,

kaˆ enai oÙ pÒrrw tÁj pÒlewj tÕ toà ´Orfšwj mnÁma:

 

Τέλος,  από τον Τίτο Λίβιο έχουμε την ίδια πληροφορία,  ότι δηλαδή βρισκόταν στον νοτιοανατολικό Ολυμπο, κοντά στο Ηράκλειο, δηλαδή την περιοχή του Πλαταμώνα. 

 

Οι ερευνητές του  περασμένου αιώνα είχαν τοποθετήσει ενδεικτικά την αρχαία πόλη στον χάρτη της  περιοχής,  η  ταύτιση όμως έγινε το 1937, χάρη στους πάντα ανήσυχους κατοίκους της Λεπτοκαρυάς και τον  Έφορο Αρχαιοτήτων Κοτζιά.[19]

 

 «Η ακρόπολις αυτή

έλεγε ο Κοτζιάς

παρέχει πάντα τα τοπογραφικά στοιχεία τα υπό Παυσανίου και άλλων παρεχόμενα, ουδεμία δε γεννάται αμφιβολία ότι τα ερείπια ταύτα ανήκουσιν εις την υπό του Συός παρασυρθείσαν πόλιν,  τα Λείβηθρα,

το Ορφέως και Λειβηθρίδων [Μουσών] ένδοξον ενδιαίτημα»

 

Τα Λείβηθρα λοιπόν φαίνεται ότι ταυτίζονται με τον αρχαιολογικό χώρο που ανακάλυψε ο Κοτζιάς, αφού  παρά τις φιλότιμες δικές μας προσπάθειες δεν εντοπίστηκε μέχρι σήμερα άλλος χώρος που να καλύπτει τις προδιαγραφές για τα Λείβηθρα που τίθενται από τις αρχαίες πηγές.

 

Βρίσκονται αμέσως βόρεια από την Σκοτίνα και 6 χιλιόμετρα ΒΔ από το αρχαίο Ηράκλειο.  Ο ορεινός όγκος υψώνεται απότομα αμέσως δίπλα στον χώρο και αποτελεί τον καθοριστικό παράγοντα που επιβάλλει την παρουσία του και υποβάλλει τον επισκέπτη.

 


Η ακρόπολη των Λειβήθρων.

Η ακρόπολη των Λειβήθρων και περιοχή τους από το Αιγαίο.
Στο βάθος, αμέσως νότια από την ακρόπολη, η Σκοτίνα.

 

 

 

Επιγραφική  ένδειξη της παρουσίας των Λειβήθρων  στην περιοχή ήταν ένα μολύβδινο βάρος που είχε παραδοθεί παλιότερα στο Μουσείο του Δίου.   Φέρει την επιγραφή ΛΕΙ-ΒΗ και σύμβολο ένα τσαμπί σταφύλι, χαρακτηριστικό της διονυσιακής παράδοσης με την οποία συνδέονται τα Λείβηθρα.  Ένα δεύτερο, χωρίς επιγραφή, βρέθηκε πάνω στην ακρόπολη.

 

Η θέση τους τέλος  προσδιορίστηκε  ικανοποιητικά χάρη σε μία επιγραφή που  βρέθηκε στην περιοχή της γειτονικής Καλλιπεύκης και αναφέρει τα "όρη των Λειβηθρίων" :

[..έδω] καν δε και γήν εν [Λίμνηι αυτώι]

την επέκεινα του πο[ταμού του π]αραρ(έο)ντος από της χα[ράδρας] μέχρι των ορών των Λειβ[ηθρίων][20]

 

Τα όρη  αυτά, που αποκαλούνται και «Λειβήθρων άκρα κάρηνα»  στα Αργοναυτικά του Ορφέως, πιθανότατα ταυτίζονται με τις ορεινές πτυχές που ξεδιπλώνονται στη σύγκλιση Άνω και Κάτω Ολύμπου, και καταλήγουν στα υψώματα του αρχαιολογικού χώρου, ο οποίος βρίσκεται μπροστά στην μεγάλη πτυχή που χωρίζει τους δύο Ολύμπους, κατά μήκος του γεωλογικού ρήγματος της κοίτης του Γρίβα και της Ζηλιάνας, στη νοτιοανατολική περιφέρεια του τεκτονικού παραθύρου που απώθησε  τον πρώτο  Όλυμπο και ύψωσε τον νεότερο ανάμεσα στα αρχαιότερα πετρώματα της πελαγονικής ζώνης.

 

Στην βαθειά  λεκάνη της σύγκλισης των δύο Ολύμπων σχηματίζονται αλλεπάλληλες ορεινές πτυχές και χαράδρες που οδηγούν τις υδατορροές από τους δύο ορεινούς όγκους γύρω από τον  αρχαιολογικό χώρο. Εκεί συμβάλλουν σε κοινή κοίτη και δημιουργούν την Ζηλιάνα, τον χείμαρρο που έχει την φήμη του πιο καταστροφικού του Ολύμπου.

 

Φήμη δικαιολογημένη αφού έχει τεράστια λεκάνη απορροής σε μεγάλο υψόμετρο  και σε ελάχιστη απόσταση από τη θάλασσα.[21]

 

Η ριψοκίνδυνη επιλογή της θέσης και μάλιστα επί του ρήγματος του χειμάρρου Γρίβα φαίνεται πως είναι η αιτία της καταστροφής που θα δούμε αργότερα, αλλά και της αντίστοιχης καταστροφής των αρχαίων Λειβήθρων από τον χείμαρρο Συν που περιγράφει ο Παυσανίας. 

 

Είναι ωστόσο  και η αιτία της μοναδικής ομορφιάς του φυσικού της περιβάλλοντος.

 

Αν παραμένει καμιά αμφιβολία είναι και το ίδιο το όνομα  “Λείβηθρα” που μας κάνει να αισιοδοξούμε.

 

Πρόκειται για ένα περιγραφικό της φύσης όνομα,  που δηλώνει τα œfudra cwr…a, και τις  diarrΪseij των  Ψd£twn, τα ρείθρα και τους υδραγωγικούς οχετούς, ό,τι δηλαδή σημαίνει και το λατινικό Κανάλια, το σύγχρονο όνομα με το οποίο είναι γνωστή η περιοχή.

 

Από την αρχαία γραμματεία γνωρίζουμε για την περιοχή και τα ονόματα “Δώτιον” και  “Λειβήθριαι πύλαι”.[22]

 

Το Δώτιον ταυτίστηκε από τον Hanmmond  με τον Κάτω Ολυμπο.  Αφορά ίσως την οροσειρά του Κάτω Ολύμπου που ξεκινώντας από τον Πλαταμώνα “συγκλείει δίκην πυλών” με τα όρη των Λειβηθρίων.

 

Οι “πύλες” των “πτυχών” του Ολύμπου είναι ορολογία ομηρική και φαίνεται να δηλώνουν τις εισόδους των αλλεπάλληλων φαραγγιών που οδηγούν στον πολύκορφο, τον αλπικό του πυρήνα.

 

 


Η βυζαντινή Μονή των Κανάλων

δηλαδή των  «Λειβήθρων», ανάμεσα στις βουνοκορφές
των Λειβηθρίων ορέων, στον Όλυμπο.

 

Οι “Λειβήθριες πύλες” προφανώς ταυτίζονται με τις πύλες των “λειβήθρων”, των φαραγγιών δηλαδή που είναι σήμερα γνωστά ως “Κανάλια” και σημαδεύουν την  έξοδο  των χειμάρρων που συγκλίνουν στον αρχαιολογικό χώρο.

 

Ως ιδιότυπο νησί μέσα στις  ορεινές κοίτες και από αιώνες έρμαιο στην οργή του Ολύμπου,  η ακρόπολη των Λειβήθρων πλαισιώνεται από τους χειμάρρους Γρίβα και Καβουρόλακα ενώ ακριβώς μπροστά της σχηματίζεται η ευρεία  κοινή  κοίτη της Ζηλιάνας.  

 

Το έλλειμμα αρχαιολόγων προστασίας και αρχαιοφυλάκων υπαίθρου την παρέδωσαν και στο έλεος των αρχαιοκαπήλων.

 

Ευτυχής συγκυρία ωστόσο ένωσε τις προσπάθειες προκειμένου να αρχίσουν οι πρώτες εργασίες προστασίας στην ακρόπολη.  Οι πιστώσεις  δεν ήταν μεγάλες, υπήρξαν όμως  μία αισιόδοξη νότα για   την πατρίδα  του  Ορφέα και  την Μουσική  του   οικογένεια.

 

 

Ανάγλυφο ελληνιστικό όστρακο με άμπελο από την ακρόπολη.
Αρχαίο πατητήρι από την χώρα.

 

 

1995-2003

Έργο ΠΕΠ Κεντρικής Μακεδονίας

 

Στόχος ήταν να ξεκινήσουν τα πρώτα έργα προκειμένου καταρχήν να σωθεί και στη συνέχεια να αξιοποιηθεί ο σημαντικός αυτός τόπος που -από εύνοια της τύχης- βρίσκεται σε ένα από τα ωραιότερα τοπία του Ολύμπου.

 


 

Στη νότια πλευρά της ακρόπολης, στα κατακόρυφα πρανή πάνω από τον Καβουρόλακκα, κρέμονται κυριολεκτικά από το φρύδι του υψώματος  τα ερείπια του νότιου τείχους, όσα τουλάχιστον δεν βρίσκονται ήδη κατακρημνισμένα στην κοίτη του χειμάρρου.  Σε ορισμένα σημεία διατηρούνται μόνο τα θεμέλια, αρκετά μάλιστα είναι υποσκαμμένα από τις διαβρώσεις που συνεχίζονται . Στην ανατολική πλευρά του τείχους ισχύουν περίπου τα ίδια, ενώ στη βόρεια ολόκληρος σχεδόν ο περίβολος έχει καταρρεύσει στην κοίτη του χειμάρρου.  Ο δυτικός περίβολος έχει και αυτός στατικά προβλήματα  με αποκλίσεις από την κατακόρυφο προς τη μία ή την άλλη πλευρά.

 

Τέτοιες μετακινήσεις έγιναν αντιληπτές σε όλα σχεδόν τα σκάμματα και μοιάζουν  με επακόλουθο σεισμού που έγινε στα τέλη του 2ου-αρχές 1ου αι. πΧ.   Ωστόσο,  η οφθαλμοφανής κατάρρευση ολόκληρων τμημάτων της ακρόπολης στις κοίτες ίσως δηλώνει και ένα έντονο σεισμικό φαινόμενο στον Όλυμπο που είχε σχέση με τους χειμάρρους.

 

Αφού μετατοπίσαμε κατά το δυνατόν τις κοίτες, έγινε στα καταρρέοντα πρανή της ακρόπολης μία προσπάθεια αναχαίτισης του προβλήματος με οικολογικές μεθόδους. Όπου τουλάχιστον ήταν δυνατό να πλησιάσουμε, τα αναλήμματα που κατασκευάσαμε έλυσαν και το δυσεπίλυτο πρόβλημα των μπάζων μας.  Σκεπασμένα σήμερα με το φυλλόχωμα της ακρόπολης που είχε μείνει  αδιατάρακτο για δύο χιλιάδες χρόνια, ελπίζουμε ότι θα λειτουργήσουν στο μέλλον συνεκτικά χάρη στην δύναμη των ριζικών τους πλεγμάτων.

 

Στην κορυφή των αναλημμάτων  η ακρόπολη των Λειβήθρων

Οι αρχαιοκαπηλικές τομές είχαν αποκαλύψει αρκετά τμήματα κτισμάτων στην περιφέρεια της ακρόπολης. Μεγάλο τμήμα τους είχε καταρρεύσει μαζί με το τείχος στις κοίτες των χειμάρρων.

Αν εξαιρεθούν οι καθαρισμοί των αρχαιοκαπηλικών σκαμμάτων και οι εργασίες στερέωσης του περιβόλου, στα Λείβηθρα δεν έγινε ευρύτερης έκτασης ανασκαφή.

   

Οι εργασίες αυτές έδωσαν μεγάλο αριθμό μικρών ευρημάτων μεταξύ των οποίων ιδιαίτερα πολλά νομίσματα, μακεδονικά και άλλα,  που χρονολογούνται από τα υστεροαρχαϊκά μέχρι και τα υστεροελληνιστικά χρόνια.


Γεωμετρικά όστρακα και περίαπτο από την ακρόπολη.


Αρχαϊκό όστρακο, πιθανόν από διονυσιακή παράσταση. 
Από την ακρόπολη των Λειβήθρων

 

Ευχάριστη έκπληξη ήταν ένας  θησαυρός από 16 ασημένια ελληνιστικά τετράδραχμα.  Είχαν διασωθεί από τους αρχαιοκαπήλους χάρη σε ένα μεγάλο  πουρνάρι που τα κάλυπτε με το πυκνό του φύλλωμα αλλά και τις χοντρές, επιφανειακές του ρίζες.  Αυτά τα νομίσματα, σηματοδοτούν τις τελευταίες φάσεις ζωής της αρχαίας ακρόπολης.  Ήταν το αποχαιρετιστήριο και αναπάντεχο δώρο αυτού του τόσο σιωπηλού τόπου, του οποίου υπήρξαμε οι πιο φλύαροι επισκέπτες μετά από 2000 χρόνια...

Ο θησαυρός των ασημένιων νομισμάτν.  14 αττικά τετράδραχμα πολύ καλής διατήρησης των μέσων του   2ου αιώνα πΧ. Φέρουν κεφαλή Αθηνάς Παρθένου στη μία πλευρά και γλαύκα επί αμφορέως στην άλλη. 

Βρέθηκαν μαζί με 2 μακεδονικά τετράδραχμα εξαιρετικής διατήρησης.  

 

Ασημένιο τετράδραχμο του τελευταίου βασιλιά της Μακεδονίας, του Περσέα, από τα Λείβηθρα. Απεικονίζεται το πορτραίτο του στη μία πλευρά και αετός επί κεραυνού μέσα σε στεφάνι δρυός στην άλλη.  Ανήκει σε εκείνα τα νομίσματα που κόπηκαν για να αντιμετωπιστούν οι ανάγκες του πολέμου που οδήγησαν τελικά στην μάχη της Πύδνας και την ρωμαιοκρατία. 

 

Τετράδραχμο από την Αμφίπολη.   Βρέθηκε στα Λείβηθρα και χρονολογείται  μετά την ήττα της Μακεδονίας στην Πύδνα.  Φέρει κεφαλή Αρτέμιδος στη μία πλευρά,  ρόπαλο σε στεφάνι δρυός στην άλλη.  Σώζεται σε άριστη κατάσταση, και μοιάζει σχεδόν ακυκλοφόρητο

 

 

Υστεροαρχαϊκό ασημένιο νόμισμα της βόρειας Ελλάδος πιθανόν από την Αργιλο στον Στρυμώνα, μια περιοχή με την οποία παραδοσιακά είχε σχέση η Πιερία. Απεικονίζεται ημίτομο Πηγάσου στη μία πλευρά και έγκοιλο τετράγωνο στην άλλη. 

Ελληνιστικό νόμισμα του Κοινού των Θεσσαλών [Ζεύς/Αθηνά Ιτωνία]

Ανάγλυφη ελληνιστική κεραμεική από την ακρόπολη των Λειβήθρων.

Χάντρα από την Ασία (Θιβέτ) που βρέθηκε σε ελληνιστικό στρώμα των Λειβήθρων.  Προφανώς μεταφέρθηκε από Μακεδόνα που επέστρεψε από την Ανατολή.

Το Ιερό;

Μου προκαλούσε πάντα μεγάλη περιέργεια η αρχαία επιλογή να οχυρωθεί  στα κλασσικά χρόνια το συγκεκριμένο ύψωμα που ονομάζουμε ακρόπολη αντί για οποιοδήποτε άλλο, αφού είναι δεδομένο ότι ο υπόλοιπος αρχαιολογικός χώρος έχει μεγαλύτερο υψόμετρο, είναι σαφώς πιο απόκρημνος και ασφαλέστερος. 

Οδηγήθηκα λοιπόν στην υπόθεση ότι η οχύρωση είχε σκοπό  να προστατεύσει κάτι που ήταν πολύτιμο και προϋπήρχε. 

Η αρχαία παράδοση δεν είναι σιωπηλή γι αυτό το θέμα, αφού στην περιοχή αυτή αναφέρεται ο τάφος-ιερό του Ορφέα και το τελεστήριο [23]των διονυσιακών του μυστηρίων. 

Σε έναν τόπο όμως όπως αυτός, που η παντοδυναμία της φύσης και η ομορφιά του περιβάλλοντος προκαλούν δέος, υποταγή και τρυφερότητα, κάτι τέτοιο θα ήταν πραγματικά ένα περίσσιο δώρο  [χωρίς το οποίο μπορούμε βεβαίως να ζήσουμε!].   Γιατί,  η ακρόπολη στα Κανάλια μπορεί -ακόμη και σήμερα- να υποβάλει  [σε μερικούς τουλάχιστον από μας] τους μύθους της για τα πανάρχαια ξωτικά, και τον Ορφέα.   Γιατί, ακόμη και στην σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα, ελπίζει κανείς ότι οι Μούσες της πόλης δεν μπορεί,  σαν φιλέρημα φαντάσματα  πρέπει να  έχουν στοιχιώσει την μουσόληπτη πόλη, που σαν τον Ορφέα, προκάλεσε την μοίρα της και χάθηκε.
Αφού οι Μοίρες οι ορφικές  έρχονται ακόμη  παυσίλυπες,  με βούληση ευμενή  στον τόπο αυτό, που αντιστέκεται.
Γιατί,
στον  τόπο του  ο Μάγος του Ολύμπου επιστρέφει ακόμη και μας χαρίζεται. 
Καθώς τον άφησε πίσω του  μαγεμένο, ανεξίτηλο έμεινε το σφράγισμα του αρχαίου εκείνου θανάτου,  όπως υλοποιείται από  την σιωπή του  Ολύμπου. 

Εφη Πουλάκη Π.

 

Τα Νεκροταφεία

Τα νεκροταφεία των Λειβήθρων εκτείνονται σε μεγάλη απόσταση επάνω στους πρόποδες του Ολύμπου. Δύο από αυτά που εντοπίστηκαν είναι μυκηναϊκών χρόνων αλλά  δεν ανασκάφηκαν, εκτός από έναν μόνον τάφο που αποκαλύφθηκε τυχαία από αγρότη.

Σπάνιου τύπου μεγάλο μονόκοπο μαχαίρι, από τάφο των Λειβήθρων. Ανήκει σε μία μικρή σχετικά ομάδα μυκηναϊκών εγχειριδίων που βρίσκονται  συνήθως στην Κρήτη και την Αργολίδα.

Σκύφος από τον  ίδιο τάφο.

 

 

α.    

β.

γ.

α.β. Το νεκροταφείο που καταστράφηκε από τη διάνοιξη
του δρόμου στον Όλυμπο. 

γ. Κτερίσματα

 

 

Ένα τρίτο νεκροταφείο μυκηναϊκών χρόνων καταστράφηκε από ένα μεγάλο τεχνικό έργο, τον δρόμο που ένωσε τη δυτική πλευρά του Ολύμπου με την ανατολική διά του ορεινού όγκου του Άνω Ολύμπου.   Οι τάφοι συλήθηκαν, αλλά βρέθηκαν και αρκετά διαλυμένα κτερίσματα, τα οποία και συντηρήθηκαν.

Εντοπίστηκε και νεκροταφείο πρώιμης εποχής του σιδήρου, το οποίο δεν ανασκάφηκε.


Περιεχόμενο τάφου πρώιμης εποχής σιδήρου
από τα νεκροταφεία των Λειβήθρων.

 

 

 

ΛΕΙΒΗΘΡΑ  2003-2004

Έργο  ΠΕΠ Κεντρικής Μακεδονίας

 

  

 

Τα Λείβηθρα εκτείνονται 5 χμ. περίπου ΝΔ του Βάλτου, μπροστά στη μεγάλη πτυχή που χωρίζει τον Άνω από τον Κάτω Όλυμπο. Αρχαιότερες ενδείξεις ζωής στην ακρόπολη είναι του 8ου αιώνα πΧ., αλλά τα γύρω νεκροταφεία ανάγονται τουλάχιστον ως τη μυκηναϊκή εποχή. Η ανασκαφή των Λειβήθρων έμενε πάντα σε αναμονή, επειδή πρώτη προτεραιότητα ήταν η σωτηρία της ακρόπολης. Ο κίνδυνος προέκυπτε από τρεις χειμάρρους που δημιουργούν το πιο επικίνδυνο από τα ρέματα του Ολύμπου, τη Ζηλιάνα, αρχαίο Συν, καθώς συμβάλλουν σε κοινή κοίτη ακριβώς μπροστά στην ακρόπολη.

 

Η αντιστήριξη των πρανών και η αναζήτηση χρηματοδότησης ήταν μία πολύχρονη και τραυματική εμπειρία που θεραπεύτηκε σε μεγάλο βαθμό χάρη σε μια μικρή σχετικά χρηματοδότηση από τα ΠΕΠ Κεντρικής Μακεδονίας. Έτσι, το 2003 και το 2004 ολοκληρώθηκε η προστασία των νότιων πρανών από τον Καβουρόλακκα, τον χείμαρρο της νότιας πλευράς.

 

Ευχαριστώ θερμά τον συνάδελφο αρχιτέκτονα Γιάννη Γιαννάκη, που συμμετείχε στην αγωνία και ανέλαβε με θέρμη το έργο. Η αντιστήριξη έγινε με συρμάτινα καλάθια γεμισμένα με αργόλιθους, που τοποθετήθηκαν κλιμακωτά από την κοίτη έως και ένα μεγάλο ύψος επάνω στα καταρρέοντα πρανή. Στη συνέχεια, συνεχίσθηκε με πασσαλόπηκτα άνδηρα, όπως παλιότερα στα βόρεια και ανατολικά πρανή. Κατά τη διάρκεια του τεχνικού έργου εντοπίστηκαν δύο λάκκοι, αποθέτες απορριμμάτων.

Έγινε πρώτη φορά σαφές ότι τόσο στα νότια πρανή της ακρόπολης, όσο και στην απέναντι ακριβώς όχθη εκτείνεται ικανός αριθμός τέτοιων λάκκων, που σε μεγάλο βαθμό καταστράφηκαν από τον χείμαρρο. Οι δύο που ερευνήθηκαν περιείχαν μεγάλη ποσότητα κεραμικής, οστά, όστρεα και μικροαντικείμενα. Το υλικό είναι πολύ μεγάλο, και δεν μελετήθηκε, αυτή  λοιπόν η παρουσίαση είναι ενδεικτική.

 

  

 

Αν εξαιρεθούν λίγα παραδείγματα των ελληνιστικών χρόνων από τη κατάρρευση των πρανών, όπως αυτό το θραύσμα του ομηρικού σκύφου,

 

 

 

ΤΗΛΕΜΑ(ΧΟΣ), η υπόλοιπη κεραμική, με πληθώρα τύπων και ποικίλη γεωγραφική προέλευση έδωσε το χρονολογικό στίγμα της εποχής: Είναι η αρχαϊκή (6ος αι. π.Χ.).  Υπάρχει όμως και μια ομάδα γραπτής κεραμικής, ίσως τοπικής και των περιχώρων, που δεν ταυτίζεται με γνωστά εργαστήρια. Πρόκειται για κοτύλες, βαθιά πινάκια και σκύφους. Ο πηλός είναι γκρίζος με αρκετή μαρμαρυγία και κακοτεχνίες στο ψήσιμο. Η διακόσμηση των κοτυλών γίνεται με ακτινωτά κοσμήματα πάνω από τη βάση, ολόβαφη ζώνη που καλύπτει σχεδόν ολόκληρο το σώμα, και με στενή ζώνη στο χείλος, με πουλιά σε φωτεινό βάθος.

 

Γεωγραφικά, τα πλησιέστερα κεραμικά εργαστήρια, είναι του 5ου αιώνα στην Κρανιά του Ηρακλείου, αλλά το υλικό δεν ερευνήθηκε για σχέσεις. Υπάρχει και μία ομάδα μεγάλων γραπτών αγγείων (αμφορείς, κρατήρες και λεκάνες) από ερυθρό πηλό, καθαρό και με καλό ψήσιμο. Τη διακόσμηση αποτελούν ελεύθερα σχηματοποιημένα φυτικά κοσμήματα με ερυθρές πινελιές, που παραπέμπουν στα προπερσικά στρώματα της Ολύνθου.

 

Το μεγαλύτερο ποσοστό της τοπικής αβαφούς κεραμικής είναι αμφορείς, χυτροειδή, οινοχόες, αρυτήρες και λεκάνες. Πρόκειται για καλής ποιότητας κεραμική με καλό ψήσιμο.

Η στιλβωμένη κεραμική (γκρίζα, μαύρη και κόκκινη) έχει παρόμοιο σχηματολόγιο όπως η αβαφής. Κατά κανόνα, η διακόσμηση γίνεται με πυκνές παράλληλες στιλβώσεις, όπως η προϊστορική κεραμική, αλλά και η αντίστοιχη κεραμική του 5ου αιώνα από τη γειτονική Κρανιά.

Υπάρχει επίσης και διακόσμηση με χάραξη, μερικές φορές κυματοειδή και εντελώς όμοια με την κεραμεική του τέλους του 8ου αιώνα που ανασκάφηκε επίσης στη Κρανιά.

 

Η κορινθιακή κεραμική ακολουθεί ποσοτικά την αττική. Συχνότερα σχήματα είναι οι κοτύλες, κιονωτοί κρατήρες και οινοχόες, χωρίς να λείπουν και οι σφαιρικοί αρύβαλλοι. Βλέπετε ένα όστρακο κρατήρα με παράσταση κωμαστών (CorinthVII, pl.70,An48)και όστρακα από κοτύλες, κρατήρες, εξάλειπτρα, αρύβαλλους κ.α

 

 

  

Από την πολυάριθμη αττική κεραμική, βλέπετε θραύσματα ταινιωτής μικρογραφικής κύλικας με ιππέα, και μελανόμορφης κύλικας με γυναικεία ποδαράκια, μελανόμορφης κύλικας με ιππέα, και δεύτερο με δύο ανδρικές μορφές, μικρογραφικής ταινιωτής κύλικας με αντωπά πτηνά και μελανόμορφης κύλικας με αντωπές σφίγγες, μελανόμορφης κύλικας με σφίγγες και ταινιωτής κύλικας με πάνθηρα, μελανόμορφου αμφορέα με ενιαίο περίγραμμα με μορφές σε πομπή και κλειστού μελανόμορφου αγγείου με γυναικεία μορφή, κλειστού αγγείου με μελανόμορφη παράσταση Ερμή και μελανόμορφου κιονωτού κρατήρα με δύο πολεμιστές σε μάχη, και πολλά ακόμη.

 

 

Σπανιότερη τέλος, αλλά αρκετή, είναι η χιακή κεραμική, γνωστή και ως ναυκρατική, μία κεραμική με πολύ ευρεία διάδοση αλλά μικρή σχετικά παραγωγή. Κυρίαρχο χαρακτηριστικό της είναι ότι καλύπτεται με παχύρρευστο διάλυμα λευκού πηλού που σχεδόν υαλοποιείται στο ψήσιμο και δημιουργεί στο εξωτερικό των αγγείων ένα λαμπρό λευκό φόντο που προβάλλει τα θέματα

 

Στο εσωτερικό των ανοιχτών αγγείων αποτελεί το αφανές λείο υπόστρωμα κάτω από το μαύρο γάνωμα που καλύπτει ολόκληρη την εσωτερική επιφάνεια και διακοσμείται με επίθετα χρώματα. Σε αντίθεση μάλιστα με το ρεύμα της εποχής που ήθελε τη χάραξη κύριο χαρακτήρα της διακόσμησης, τα ναυκρατικά αγγεία επιμένουν στο περίγραμμα που αποδίδεται είτε με το βερνίκι της διακόσμησης και την εξαίρεση του λευκού φόντου, είτε με τα επίθετα χρώματα.

 

Η Χιακή κεραμεική, που συνεχώς και πληθαίνει στη Κεντρική Μακεδονία, φαίνεται να εισάγεται στην περιοχή του Ολύμπου ήδη από τα τέλη του 8ου αιώνα, όπως προκύπτει από τα όστρακα που βρέθηκαν στο χρονολογημένο στρώμα της Κρανιάς του γειτονικού Ηρακλείου, που όμως δυστυχώς δεν απέδωσαν σχήματα.

 

Η ποικίλη προέλευση των ευρημάτων στην περιοχή του Ολύμπου, ήδη από τα τέλη του 8ου αιώνα τουλάχιστον, ίσως έχει σχέση με ένα προϊόν ιδιαίτερα σημαντικό και απαραίτητο για τους δραστήριους στόλους του Αιγαίου όλων των εποχών, δηλαδή την ξυλεία.

Εφη Πουλάκη Παντερμαλή, Αρης Μπαχλάς