Φυσικό Περιβάλλον
- Πληροφοριακά Στοιχεία
- Δημοσιεύθηκε : Δευτέρα, 07 Απρίλιος 2014 07:32
- Γράφτηκε από Έφη Πουλάκη-Παντερμαλή
Φυσικό Περιβάλλον
Οι αρχαίες πληροφορίες για το φυσικό περιβάλλον της περιοχής είναι ελάχιστες και αφορούν κυρίως τα δέντρα. Ακόμη λιγότερα ήταν γνωστά για τις καλλιέργειες, οι πληροφορίες όμως πληθαίνουν ραγδαία χάρη στα αρχαιοβοτανολογικά ευρήματα των πρόσφατων ανασκαφών. Για παράδειγμα, στις ανασκαφές του τέλους του 8ου αι. πΧ. του αρχαίου Ηρακλείου[1] βρέθηκαν μεγάλες ποσότητες μονόκοκκου, δίκοκκου, σκληρού και μαλακού σιταριού, κριθάρι δίστιχο και εξάστιχο, μπιζέλι, ρόβι, φακή, φουντούκι, τμήμα και σπόροι σύκου, ένας ελαιοπυρήνας και ένα γίγαρτο. Απροσδόκητοι ήταν οι σπόροι ροδιού, μεμονωμένοι ή κολλημένοι στην φλούδα, και καρπουζιού.[2] Βρέθηκαν επίσης και πολλά δείγματα της θαλάσσιας ζωής του τόπου. Ενδιαφέρουσες είναι οι γραπτές πληροφορίες για τα λιοντάρια και τον χρυσό που υπήρχαν στην περιοχή του όρους, η πληροφορία για τους τεύθους στο ποτάμι του Δίου, για διάφορα μετεωρολογικά φαινόμενα, κ.α.
Η περιοχή καλύπτεται σήμερα μέχρι τα 500-600 μ. με ζώνη αείφυλλων πλατύφυλλων (πουρνάρια, κουμαριές, αριές, ρείκια, κέδροι, κουτσουπιές, παλιούρια κλπ.) που ποικίλλει ανάλογα των συνθηκών, ενώ στους υγρότοπους χαρακτηριστικοί είναι οι πλατανεώνες και τα υδρόφιλα. Αμέσως ψηλότερα είναι ζώνη της δρυός. Θεωρείται ότι χωρίς τον ανθρωπογενή παράγοντα, τα δάση δρυός θα ήταν περισσότερα. Η ζώνη 800-1500 είναι η ζώνη οξιάς, ελάτης και μαύρης Πεύκης. Πάνω από τα 1400-1500 μ. είναι η ζώνη ψυχροβίων κωνοφόρων όπου κυριαρχεί το ρόμπολο, δηλαδή η Λευκόδερμη Πεύκη. Η αλπική ζώνη, που αρχίζει στα 2000 μ., είναι ακάλυπτη από δασική βλάστηση, άλλοτε γυμνή και άλλοτε με ποώδη και σποραδική αλπική βλάστηση, με πολλά σπάνια φυτικά είδη, κυρίως των αλπικών λιθώνων (θρυματισμένοι ασβεστολιθικοί πύργοι) βραχόφυτα και λοιπά φυτά λιβαδιών με χιονοστρώσεις και λιβαδιών στις ήπιες πλαγιές των κορυφών. Έχουν βρεθεί μέχρι τώρα 23 ενδημικά φυτά και περίπου 80 που συναντώνται μόνο στην Βαλκανική, τα περισσότερα στην αλπική ζώνη. Η πανίδα περιλαμβάνει αρπακτικά πτηνά (αετός, σταυραετός, χρυσαετός, σπιζαετός, αετοβαρβακίνα, όρνιο, σαίνι, γυπαετός, μπαρμπάντος, ασπροπάρης, μαυρόγυπας) γεράκια, πέρδικες, λευκοπελαργούς, ορτύκια, κίσσες, τσίχλες, μπούφους, κουκουβάγιες, καρακάξες, σπουργίτια, τσαλαπετεινούς, δρυοκολάπτες κλπ. Επίσης, λύκους, αλεπούδες, λύγγους, λαγούς, αβούς, σκαντζόχοιρους, χελώνες, αγριόγατες, και ψηλότερα σκίουρους, ζαρκάδια, αγριόχοιρους και ελάχιστους αιγάγρους της αλπικής ζώνης.[3] Μέχρι πρόσφατα φαίνεται ότι υπήρχαν ελάφια, ενώ για παλιότερα αναφέρεται ότι υπήρχαν και αρκούδες. Πολύ πρόσφατα (2003) αναφέρθηκε ότι, ύστερα από πολλά χρόνια, οι αρκούδες επανεμφανίστηκαν.
Τα νεώτερα χρόνια, στην παραολύμπια πεδιάδα καλλιεργούνται στάρια, καλαμπόκια, καπνά, ζαχαρότευτλα, αλλά και βαμβάκια, φράουλες, ακτινίδια, πιπεριές και πολλά άλλα οπωροκηπευτικά. Η ελιά μπορεί να είναι ακόμη και αυτοφυής στα χαμηλά υψώματα, ενώ η αμπελουργία βρίσκει άριστες συνθήκες ανάπτυξης. Καστανιές, καρυδιές, φουντουκιές, μηλιές, γκορτσιές, συκιές, κερασιές, αμυγδαλιές είναι μερικά από τα δέντρα που συναντάει κανείς συχνά στην περιοχή. Παρόλη τη ραγδαία εξέλιξη, εξακολουθεί να υπάρχει κτηνοτροφία, κυρίως αιγοπροβάτων, αλλά και χοίρων, ενώ τα βοοειδή είναι λίγα και συνήθως μόνιμα σταυλισμένα. Πρόσφατα δημιουργήθηκαν φάρμες στρουθοκαμήλων και αγριόχοιρων. Συχνά είναι τα μελίσσια, ενώ η ενασχόληση με τη θάλασσα και το ψάρεμα απασχολεί ακόμη κάποιους από τους κατοίκους στα παραθαλάσσια, ουριστικά χωριά.
Λόγω του εξαιρετικού της περιβάλλοντος [φυσικού-ιστορικού-αρχαιολογικού-παραδοσιακού] και της καίριας θέσης της στον κύριο άξονα βορρά-νότου της ελληνικής χερσονήσου, παρέχει [ακόμη] πολύ μεγάλες δυνατότητες προστασίας-ανάδειξης του περιβάλλοντος, αλλά και ανάπτυξης στον κοινωνικό τομέα [πολιτιστική αναβάθμιση, τουριστική ανάπτυξη, θέσεις εργασίας, κ.α].
Σημειώσεις
[1]Η παραλία στη θέση Κρανιά στους βόρειους πρόποδες του λόφου του Κάστρου του Πλαταμώνα, στην θέση της πρόσφατα κατασκευασμένης σήραγγας του τραίνου της γραμμής ΟΣΕ. Το Ηράκλειο (ο παλιότερος μακεδονικός οικισμός αμέσως μετά τα Τέμπη, πριν από την ίδρυση της Φίλας στην Ελληνιστική Εποχή) φαίνεται ότι οριστικά τοποθετείται στον λόφο του Πλαταμώνα. Υστερογεωμετρική φάση εντοπίστηκε και σε μικρή δοκιμαστική τομή στην ακρόπολη των Λειβήθρων.
[2] Βρέθηκαν και μελετώνται από τη παλαιοβοτανολόγο Εύη Μαργαρίτη.
[3] βλ. πχ, Βλ. Ε. Καλιαμπός, Ηχλωρίδα, ηπανίδα και τα αισθητικά δάση του Ολύμπου, και Ε. Παπουτσή-Κωστοπούλου, Ο Όλυμπος θησαυροφυλάκιο ανεκτίμητου γενετικού υλικού, στο Πρακτικά διημέρου Συνεδρίου για τον Όλυμπο, Λάρισα 1993, 97 και 107 κεξ.