2. Ιστορική Αρχαιότητα- Κρανιά Α1/Α2/Σ2

Ιστορική Αρχαιότητα
Κρανιά Α1/Α2/Σ2


Οικοδομικές φάσεις

Εντοπίστηκαν οι παρακάτω οικοδομικές φάσεις τις αρχαιότητας, η ανασκαφή των οποίων στην Κρανιά Α1 άρχισε και σε ορισμένες περιπτώσεις ολοκληρώθηκε (1, 2, 3, 3α, 3β) από την 9η ΕΒΑ.

Παλαιοχριστιανική φάση

 1. Παλαιοχριστιανικό νεκροταφείο [Α1/Α2]


Συνολικά βρέθηκαν 8 ταφές [3 ελεύθερες, 3 καλυβίτες εκ των οποίων ο ένας παιδικός, 1 εγχυτρισμός, και 1 ελύθερη που ορίζονταν ενμέρει από κεράμους].  Δύο νομίσματα [χάλκινες υποδιαιρέσεις του 4ου-5ου αι.μ.Χ.] και ο αμφορέας που δέχτηκε τον εγχυτρισμό[χαρακτηριστικός του 5ου-6ου αι. μΧ] φαίνεται να  προσδιορίζουν τα χρονολογικά όρια του νεκροταφείου από τα τέλη του 4ου έως τις αρχές του 6ου αιώνα μ.Χ.      Ανασκάφηκαν από    την 9η ΕΒΑ   

Ρωμαϊκή φάση(μετά τα μέσα του 2ου π.Χ. αι.)

2. Λιθόστρωτη κατασκευή (δρόμος;) [Α2]
 

Κάτω από το στρώμα 2  και πάνω από το στρώμα 3.

 

Πρόκειται για λιθόστρωση μεγάλου πάχους [από βότσαλα, με μικρομεσαίες  πέτρες ως βαθύ υπόστρωμα] η οποία καταλαμβάνει μεγάλη έκταση με κατεύθυνση ΒΔ-ΝΑ και καλύπτει τις υποκείμενες φάσεις στην Κρανιά Α2.

 

Ίσως συνέχιζε στην Κρανιά Α1 και ανασκάφηκε από την 9η ΕΒΑ. 

Φαίνεται να κατασκευάζεται μετά την ρωμαϊκή κατάκτηση στα μέσα του 2ου π.Χ. αι. και θα μπορούσε να έχει χρησιμοποιηθεί ως δρόμος. Στην επίχωση βρέθηκαν νομίσματα   

Περσέα και ανάγλυφη υστεροελληνιστική κεραμική.

Ασβεστοκάμινα

 

[Α2 /  λόφος παλαιοχριστιανικού νεκροταφείου]
 

Ανασκάφηκαν από την 9η ΕΒΑ και είναι ακόμη άγνωστη η διάρκεια της ζωής τους].  Ισως βοηθήσει η μελέτη  του ρωμαϊκού υλικού της ανασκαφής της ΙΣΤ ΕΠΚΑ.  Γεγονός είναι ότι το παλαιοχριστιανικό νεκροταφείο είναι νεώτερο της κατασκευής των ασβεστοκαμίνων.  Δύο ακόμη ασβεστοκάμινα εντοπίστηκαν στη βόρεια πλευρά της Κρανιάς Α2 στον ίδιο άξονα με αυτά του ΠΛΧ νεκροταφείου έχοντας τον ίδιο προσανατολισμό και μικρές διαφορές στα κατασκευαστικά τους στοιχεία. Ανοίγονται ως τα προϊστορικά στρώματα Ε6 και σφραγίζονται από το στρώμα 2. (4ος – 5ος αι. μ.Χ.)

 

3. Δωμάτιο Α [Α1]

Το δωμάτιο ανασκάφτηκε εσωτερικά μέχρι και  κάτω από το επίπεδο της θεμελίωσης από την 9η ΕΒΑ.  Εχει  προσανατολισμό ΝΑ-ΒΔ, οι τρεις πλευρές του σχηματίζουν Π, με το άνοιγμα  προς ΒΔ.  Σώζεται στο επίπεδο των θεμελίων, που ανοίχτηκαν  στο στρώμα 3.  Στο ίδιο στρώμα εδράζονταν και η τελευταία σειρά από τις πέτρες των θεμελίων.  Η ΒΔ πλευρά καταστράφηκε από τον χείμαρρο.

Στο εσωτερικό του δωματίου βρέθηκαν 3 παλιότεροι και ελάχιστα σωζόμενοι τοίχοι [ο ένας ίσως επισκευάστηκε στην νεώτερη-πάνω φάση].  Άγνωστο σε ποια από τις προηγούμενες φάσεις χρονολογούνται, δεδομένου ότι δεν ανασκάφηκαν από την ΙΣΤ ΕΠΚΑ και ήταν ελάχιστη η στρωματογραφία κάτω από τα θεμέλια που  μπορούσε να ερευνηθεί.

Καλυπτόταν κατά πάσα πιθανότητα από το στρώμα 2.  Το στρώμα 3 των θεμελίων έδωσε αβαφή χρηστική κεραμική καθώς και  μελαμβαφή, όπως χείλος σκύφου  bolsal  και λαβή σκύφου των αρχών του 3ου π.Χ. αι., ανάγλυφο όστρακο σκύφου  με διακόσμηση από πέταλα λωτού [225-200π.Χ.] θραύσμα ανάγλυφου σκύφου με διακόσμηση  long petal [μετά τα μέσα 2ου π.Χ.αι.] και ένα σκυφίδιο, σχεδόν ακέραιο με πορτοκαλόχρωμο γάνωμα που χρονολογείται στα μέσα του 2ου αι. πΧ.  Επίσης κάτω από το θεμέλιο του νότιου τοίχου, σε βάθος 6.88 μ. και πάνω στο στρώμα 3 βρέθηκε χάλκινο νόμισμα Κασσάνδρου [316-297π.Χ.] καθώς και άλλα 2 αταύτιστα νομίσματα. Μία αταύτιστη λαβή αμφορέα είναι  δυνατόν να χρονολογείται στα ρωμαϊκά χρόνια.  Η υπόλοιπη κεραμεική χρονολογείται –όπως και το στρώμα 3-  από τα τέλη του 3ου ως τα μέσα του 2ου αιώνα πΧ. 

Στα μέσα του 6ου αιώνα, και για λόγους που δεν εξακριβώθηκαν, ανοίχτηκε  στο κέντρο του δωματίου μεγάλος λάκκος από το ύψος του δεύτερου στρώματος [ρωμαϊκή-παλαιοχριστιανική φάση] ο οποίος έφτασε κάτω από το επίπεδο της θεμελίωσης και κατέστρεψε την στρωματογραφία στο μεγαλύτερο μέρος του δωματίου μέχρι τα κλασσικά στρώματα. Τα υπολείμματα του κάτω μέρος του λάκκου  ανασκάφηκαν από την ΙΣΤ ΕΠΚΑ. Με τα παρόντα δεδομένα, και χωρίς να έχουν μελετηθεί τα ευρήματα, η χρονολόγηση των αργολιθοδομικών κατασκευών στην περιοχή του δωματίου Α είναι δύσκολη. Terminus post μπορεί να θεωρηθεί τα μέσα του 2ου αι. πΧ. που φαίνεται να είναι το κατώτερο όριο του στρώματος 3 μέσα στο οποίο είναι θεμελιωμένες οι αργολιθοδομές. Terminus ante μπορεί να θεωρηθούν τα μέσα του 6ου αι. μΧ. γιατί   σύμφωνα με τον ανασκαφέα ο λάκκος από το 2ο στρώμα που κατέστρεψε την στρωματογραφία μέσα στο  δωμάτιο περιείχε Ιουστινιάνεια 8νούμια, 10νούμια και 16νούμια.  Πιθανώτερη είναι ίσως η χρονολόγηση στα ρωμαϊκά χρόνια.  Προβληματική είναι και η χρήση του χώρου.  Είναι πιθανό να σχετίζεται με τη λειτουργία των καμινιών.

4. Άλλες κατασκευες [Α1]

ίσως κάποια φάση του υπολείμματος [αναλημματικού?] τοίχου  με μεγάλες πέτρες βόρεια από τις «Ανατολικές Βεράντες». [φωτογραφία?, σχέδιο? ]

 

2.Ελληνιστικές φάσεις

2α. Ύστερη ελληνιστική  φάση / στρώμα 3

Μάλλον στο πρώτο μισό του 2ου π.Χ. αιώνα, από την καταστροφή του Σκόπα ως την πολιορκία του Ηρακλείου[?].  Είχαν προηγηθεί  οι μεγάλες καταστροφές των υποκείμενων στρωμάτων 3α και 3β. Ίσως στην αρχή της φάσης να απλώθηκε στα δυτικά [χαμηλότερα πεδινά] το Ε1 για κάποια  διαμόρφωση του χώρου.

 

Η επίχωση της φάσης αυτής είναι το στρώμα 3 της στρωματογραφίας και αφορά δάπεδα, στρώματα κεραμίδων και κτήρια. 

  

 

5. Τρεις κατασκευές στον λόφο [Α1]

Τρεις κατασκευές που ανασκάφηκαν από την 9η ΕΒΑ και η τελευταία τους τουλάχιστον φάση ίσως χρονολογείται αυτή την εποχή.  Άγνωστο αν τα παλιότερα κινητά ευρήματα που προέρχονται από αυτή την ανασκαφή   ανήκουν σε επιχώσεις της ίδιας φάσης ή σε παλιότερα και αταύτιστα στρώματα καταστροφής.  Γεγονός είναι ότι ο προσανατολισμός τους στοιχίζεται με την πρωιμότερη φάση της ιστορικής Κρανιάς [8ος-5ος  π.Χ.?].  Σε συζήτηση με τον ανασκαφέα αναφέρθηκε η ανεύρεση γραπτών με ταινίες γεωμετρικών οστράκων.  Παρόμοια αγγεία παραδόθηκαν από την 9η ΕΒΑ.                                 

  1. Κυκλική κατασκευή, με δάπεδο από σπασμένες κεράμους σε δεύτερη χρήση. Στη ΝΑ γωνία της τομής 3 και σε υψόμετρο περίπου 18,10μ. Ως υπόστρωμα του  δαπέδου χρησιμοποιήθηκαν πέτρες και πάνω τους βότσαλα διαφόρων μεγεθών.  Δίπλα στην κατασκευή υπήρχε  λάκκος με σκουρόχρωμη στάχτη και κάρβουνα. 
  2. Υπόστεγος χώρος διαστ. 2,50Χ2,50 μ. ανοιχτός προς τα  δυτικά. Στη ΒΔ γωνία της ίδιας τομής, σε μικρό πλάτωμα του λόφου  και σε υψόμετρο περίπου 14μ. Τα θεμέλια  εφάπτονταν στον βράχο ο οποίος στη δυτική πλευρά αποτελούσε συνέχεια του θεμελίου [?].  Πάνω από το δάπεδο υπήρχε παχύ στρώμα καύσης- σε ορισμένα σημεία ξεπερνούσε τα 10εκ.- και τμήματα καμμένου ξύλου.  Το στρώμα 4 (της καύσης) περιείχε αβαφή χρηστική κεραμική και   όστρακα αμφορέων.

Εξίσου αδιατάρακτο ήταν και το στρώμα καταστροφής των κεραμίδων στέγης που έδωσε αρκετή  αβαφή κεραμική (αμφορείς, χυτροειδή αγγεία, λεκάνες, θραύσματα αβαφούς οινοχόης και λίγη γκρίζα) και μελαμβαφή [χείλη σκύφων και σκυφιδίων, ασκού του 2ο αι. π. Χ. με τη γένεση της κυκλικής διατομής λαβής, σκύφου με ανακαμπτόμενο προς τα μέσα χείλος που χρονολογείται στο α’ μισό του 3ου αι. π.Χ.]

θραύσμα  τροχήλατου λύχνου (ΛΚΠ 5, φωτ. ΙΙ) με απολεπιζόμενο
καστανέρυθρο γάνωμα(τέλη 3ου αι. π.Χ.),

 

 


 θραύσμα  μελαμβαφούς πινακίου (ΛΚΠ 6, φωτ. ΙΙΙ και σχ.2) με στικτό διάκοσμο
(τέλη 4ου-α΄ τέτ. 3ου αι.  π. Χ.),

 


 μελαμβαφές γκρίζο σκυφίδιο (ΛΚΠ 7, φωτ. ΙV και σχ. 1) με τα χείλη προς τα μέσα σε
κατατομή ( τέλος 3ου-αρχές 2ου αι. π.Χ.),

Από το ίδιο στρώμα προέρχονται τρία χάλκινα νομίσματα, δύο αδιάγνωστα, το τρίτο (Ν 4) με επιγραφή ΜΑΛΙΕΩΝ  στον οπισθότυπο, σε κάθετη διάταξη  αριστερά ανδρική μορφή προς τα δεξιά που τοξεύει.  Εμπροσθότυπος με κεφάλι κρανιοφόρου Αθηνάς προς τα δεξιά.  Πρόκειται για θεσσαλικό νόμισμα του 400-344 π.χ.

 

Χώρος διαστ. 4,50Χ2,50μ. ανοιχτός προς  τα δυτικά που  βρέθηκε κατά τον καθαρισμό πλατώματος που μοιράζεται στις τομές 5 και Τον σκέπαζε  στρώμα καταστροφής στέγης [στρωτήρες και καλυπτήρες, ακέραιοι ή σχεδόν ακέραιοι].  Ο δυτικός τοίχος, όπως και ο ανατολικός, διέσωζε την πρώτη  σειρά λίθων, πάνω στον βράχο, διαμορφωμένο ώστε να δεχθεί τμήμα του θεμελίου; .  Στην ανοιχτή πλευρά του χώρου, το στρώμα καταστροφής τελείωνε σε ευθεία.  Στο μέσο περίπου της πλευράς υπήρχαν τέσσερις παραλληλόγραμμες επεξεργασμένες πέτρες, μάλλον ως μικρή υποδοχή για τη στήριξη ξύλινου πασσάλου στέγης.  Διατυπώθηκε η υπόθεση ότι έγινε χρήση «μεσοδοκού» από νότο προς βορρά που κατέληγε στον πάσσαλο.  Αναφέρθηκε επίσης ότι δεν υπήρχαν πεσμένα κεραμίδια στο τμήμα που θα καταλάμβανε η «μεσοδοκός».

 

Το επιφανειακό στρώμα των τομών 5 και 6 έδωσε  «αβαφή χρηστική κεραμική (θραύσματα αμφορέων με γραπτή διακόσμηση όμοια με αυτά από τη ρηγμάτωση της τομής 2, τμήματα πίθων, λεκάνες λοπάδα και άλλα χυτροειδή αγγεία) ελληνιστικών χρόνων καθώς και χρηστικά αγγεία παλαιοχριστιανικής εποχής σε πολύ μικρές ποσότητες συγκριτικά με αυτά της ελληνιστικής.»    Εξακριβώθηκαν εκ των υστέρων αβαφής κεραμική [οινοχόη, αμφορέας, χυτροειδές] και μελαμβαφής [κάνθαρος με διακόσμηση δυτικής κλιτύος του 2ου αι. π.χ, τμήμα ερυθροβαφούς κανθάρου, έμβολο αμφορέα, βάση και σώμα ατρακτόσχημου μυροδοχείου τέλους 3ου -α’ μισού 2ου αι. π.χ, δεύτερη βάση μυροδοχείου δεύτερου μισού 3ου αι. π.χ, ταινιωτή λαβή σκύφου με επίθετο κισσόφυλλο.]  Από το ίδιο στρώμα προέρχεται χάλκινο νόμισμα με αδιάγνωστο εμπροσθότυπο και οπισθότυπο με τρίαινα και δελφίνι κάτω δεξιά.  Με επιφύλαξη μπορεί να χρονολογηθεί μεταξύ 4ου και 3ου αι. π.χ.

 

Χάλκινα νομίσματα βρέθηκαν και πάνω από το στρώμα καταστροφής (στρώμα 3) της τομής 6: ένα αδιάγνωστο (Ν8), δύο (Ν9 και Ν11) του Κοινού των Θεσσαλών (199-148π.χ.) με κεφάλι ανδρικής γενειοφόρου μορφής προς τα δεξιά στον εμπροσθότυπο και απεικόνιση της Αθηνάς Ιτωνίας στον οπισθότυπο και τέλος ένα μακεδονικό (Ν10) του Δημητρίου Πολιορκητή (294-287 π.Χ.) με μακεδονικό κράνος και ασπίδα στον εμπροσθότυπο και τον οπισθότυπο αντίστοιχα.  Δύο ακόμη χάλκινα νομίσματα προέρχονται από το στρώμα 2 της ίδιας τομής: το ένα (Ν6) έχει αδιάγνωστο εμπροσθότυπο και πλώρη πλοίου στον οπισθότυπο με το γράμμα Α (ίσως πρόκειται για νόμισμα των Μαγνητών, 197-146 π.χ.) και το δεύτερο είναι οδοντωτό (serratus) με κεφάλι γυναικείας μορφής προς τα δεξιά στον εμπροσθότυπο και καθιστή ανδρική μορφή πάνω σε βράχο στον οπισθότυπο.  Τέτοια οδοντωτά νομίσματα κόβονται στη Μακεδονία στα χρόνια του Φιλίππου Ε΄ στο διάστημα 185-168π.Χ. ‘Ενα τελευταίο χάλκινο νόμισμα (Ν5) βρέθηκε στο στρώμα 3 της τομής 5 και ανήκει στις κοπές του Αμύντα του ΙΙΙ (381-369 π.χ.). Στον εμπροσθότυπο εικονίζεται κεφαλή Ηρακλή με λεοντή προς τα δεξιά, ενώ   στον οπισθότυπο αετός με κλειστά τα φτερά που κρατά στα νύχια του φίδι και πάνω η επιγραφή ΑΜΥΝ .

 

 

 

7. Ανατολικές βεράντες»(κτήριο β) [A1]

 

 

 

 Οι  «Ανατολικές Βεράντες» [κάτοψη  με ανισομεγέθεις και ακανόνιστους χώρους][1] ακολουθούν το ανάγλυφο στην υπερυψωμένη ΒΑ απόληξη του λόφου του κάστρου στην Κρανιά Α1,  όπου ανασκάφηκαν σχεδόν καθ΄ολοκληρίαν από την 9η ΕΒΑ. Στο ΝΑ άκρο της Κρανιάς Α2, που ανασκάφτηκε από την ΙΣΤ ΕΠΚΑ διαπιστώθηκε η κατάργησή τους από το κτήριο ΣΤ. Δεν θεωρείται ασφαλής η ταύτιση της αρχικής φάσης ούτε και οι επόμενες επιδιορθώσεις. Άγνωστο αν λειτούργησε και στη ρωμαϊκή φάση, γεγονός πάντως είναι ότι σύμφωνα με τις πληροφορίες των ντόπιων οι τοίχοι του σώζονταν μέχρι τα νεώτερα χρόνια.   Σώζονταν στην Κρανιά Α1 στο επίπεδο της θεμελίωσης, ενώ σε κάποια τμήματα διατηρούσαν αργολιθοδομική ανωδομή χωρίς συνδετικό κονίαμα. Ο κύριος άξονας [ΝΑ-ΒΔ] ταυτίζεται με τον πρώιμο ελληνιστικό άξονα της Κρανιάς A2. Το θεμέλιο του εξωτερικού τοίχου θεμελιώθηκε:

I.    μέσα στο 5β [πρώτο κλασσικό στρώμα καταστροφής, τελευταίο τέταρτο του 5ου  αι.π.Χ.] ο νότιος τοίχος  στην Κρανιά Α1 

II.    μέσα στο 5Α [δεύτερο κλασσικό στρώμα καταστροφής, τέλη του 4ου αιώνα π.Χ.] το βόρειο τμήμα του δυτικού τοίχου στην Κρανιά Α1,


 

 

III.   στα προϊστορικά στρώματα ο σωζόμενος τοίχος στην Κρανιά Α2. 

Terminus post, για τη κατασκευή, μπορούν να θεωρηθούν τα τέλη του 4ου αι. πΧ. που φαίνεται να είναι το κατώτερο όριο του στρώματος 5Α μέσα στον οποίο θεμελιώνεται ο δυτικός τοίχος.  Αν ομως το βόρειο τμήμα του δυτικού τοίχου αποτελεί προσθήκη μετά την καταστροφή από χείμαρρο [στρώμα 5Α], τότε η αρχική κατασκευή είναι δυνατόν  να είναι σύγχρονη με το στρώμα 5Α. { ?]

Terminus ante είναι τα μέσα του 2ου αιώνα πΧ., κατώτατο όριο του στρώματος 3  που αποτελεί το τελευταίο σωζόμενο στρώμα καταστροφής που φαίνεται να αφαιρέθηκε πάνω από τους τοίχους. Το στρώμα 4 που βρίσκεται ανάμεσα στα στρώματα 3 και 5 της 9ης ΕΒΑ [3-3α-3β, 5α-5β] μπορεί  να είναι ένα στρώμα καθαρής γης που χρησιμοποιήθηκε για να εξομαλυνθεί η επιφάνεια του στρώματος 5 σε μία φάση διαμόρφωσης του χώρου, και να προέρχεται από εξόρυξη που έγινε στον φυσικό μαλακό βράχο του λόφου του κάστρου

Η υστερότερη φάση (στρώμα 3, 3ος αιώνας έως α’ μισό 2ου αι π.Χ.) είναι η τελευταία  [γνωστή] οικοδομική τους φάση. Υπάρχουν οι παράγωνοι τοίχοι, οι θεμελιωμένοι σε ψηλότερο επίπεδο από ότι ο εξωτερικός, ενώ  ο εξωτερικός τοίχος ίσως επαναθεμελιώνεται επάνω στον παλιό τοίχο από το 3α πάνω στο 5α.  Η νέα θεμελίωση φαίνεται να χρονολογείται στα τέλη του 3ου αι. Η καταστροφή ορίζεται από το στρώμα 3.  Σύμφωνα με την ανασκαφέα [Αθανασία Μουράτη] αφαιρέθηκε στο 3 στρώμα καταστροφής στέγης. [φωτογραφία?, σχέδιο  ? ] άλλες κατακευές [Α1] 

Στην ίδια φάση φαίνεται να  ανήκουν:

  1. τοίχος που θεμελιώνεται ίσως στο στρώμα 3α και καλύπτεται από το στρώμα …… στο δυτικό τμήμα της ανασκαφής Κρανιά Α1. [φωτογραφία?, σχέδιο  ? ]

  2. το λιθόστρωτο που ανασκάφηκε και διαλύθηκε από την 9η ΕΒΑ εξωτερικά και…….. του δωματίου Α [ μήπως ρ. δρόμος?]. [φωτογραφία?, σχέδιο  ? ]

 

8. Κτήρια Α-Γ-Δ [Α2]
  

Στο ΝΔ τμήμα της Κρανιάς Α2 αποκαλύφθηκαν τα κτήρια Γ και Δ της μέσης και πρώιμης ελληνιστικής περιόδου. Η στρωματογραφία, τα σποραδικά δάπεδα της φάσης 3, η κατασκευή των κεραμίδων που επικολλάται στον τοίχο 7 καθώς και ο τοίχος 30 που θεμελιώνεται στο βοτσαλωτό δάπεδο της φάσης 3α και διαμορφώνεται σε κάθετη σχέση με τον τοίχο 29 δίνουν στοιχεία για την λειτουργία των κτηρίων και στην ύστερη ελληνιστική περίοδο.  Τα κτήρια έχουν διαφορετικό προσανατολισμό από την οικοδομική φάση 3 του κτηρίου ΣΤ το οποίο γειτνιάζει χωρίς όμως να καταργείται.

Ο χείμαρρος που πέρασε μετά τα ελληνιστικά χρόνια σάρωσε την περιοχή, με αποτέλεσμα την αποσπασματική εικόνα των κτηρίων και των βοτσαλωτών δαπέδων. Σε επαφή με το ΒΔ μέτωπο του τοίχου 7 υπάρχει αψιδωτή κατασκευή με τρεις επάλληλες σειρές θραυσμάτων κεραμίδων στέγης σε δεύτερη χρήση, που εδράζεται στο στρώμα 3α. Γύρω τους εντοπίστηκε συγκεντρωμένη στάχτη. Η αψιδωτή κατασκευή της οποίας η χρήση δεν έχει διευκρινιστεί, βρίσκεται στο διάδρομο που ορίζεται μεταξύ των δύο χώρων. Κατά την αποκάλυψη βρέθηκε θραύσμα μεγαρικού σκύφου [και τμήμα ειδωλίου?].

9. Κτήριο ΣΤ (φάση 3) [Α2]
 
 

 



Κατά την ανασκαφή του διακρίθηκαν δύο στρώματα καταστροφής με αντίστοιχους ορίζοντες χρήσης. Αυτό επιβεβαιώνεται από επεμβάσεις στην κάτοψη και τη δόμηση του κτηρίου. Λόγω της αποσπασματικής ανασκαφής του κτηρίου είναι προβληματική η ταύτιση της συνολικής του κάτοψης καθώς και η διάκριση στεγασμένων και υπαίθριων χώρων. Ωστόσο, οι ισχυροί εξωτερικοί τοίχοι του πλάτους ±0,80μ. και βάθους θεμελίου 0,60μ. καθώς και η ύπαρξη αντιρήδας στον νότιο και βόρειο τοίχο αντίστοιχα υποδηλώνουν την ύπαρξη ορόφου. Το κτήριο φαίνεται να διαμορφώνει μεγάλους χώρους (χώρος δ’ διαστάσεων 10Χ5μ.) με αδιευκρίνηστη την εσωτερική τους επικοινωνία εξαιτίας των επεμβάσεων στην ύστερη φάση. Ωστόσο ανατολικά του χώρου ‘δ’ ανασκάφτηκε η ΝΔ γωνία στοάς, με μετακιόνιο διάστημα 2μ. και βάθος 3μ.

Τα στηρίγματα, πιθανόν ξύλινα, πατούσαν σε τετράπλευρους δόμους που εδράζονται σε λιθόπλινθους. Είναι λοιπόν πιθανή η ύπαρξη περίστυλης αυλής. Η ανωδομή του κτηρίου και στις δύο φάσεις ήταν πλίνθινη (όπως συνάγεται από το πλήθος των διαλυμένων πλιθιών και τις αντίστοιχες επιχώσεις, στρώμα 3 και 4α) και στήριζε ξυλότυπη στέγη με κεραμίδια λακωνικού τύπου. Τα δάπεδά του κατασκευάσθηκαν     από πυκνό βότσαλο που εκτεινόταν και στο χώρο της στοάς (δάπεδο φάσης 3). Η αποσπασματική διατήρησή του δεν επιτρέπει τον προσδιορισμό των οριζόντων χρήσης.

Το κτήριο κατασκευάσθηκε αμέσως μετά την καταστροφή της ελληνιστικής φάσης 3α και προς τα νότια πάνω σε στρώμα πλημμύρας. Η ολοκληρωτικήκατάργησή του συντελείται με την κατασκευή του λιθόστρωτου δρόμου. Η ελάχιστη χρονική απόκλιση των ευρημάτων δεν επιτρέπει τον προσδιορισμό σαφών ορίων μεταξύ των δύο φάσεων.

10. Κτήριο ΣΤ (φάση 4α) [Α2]

 

 

Στην επόμενη φάση ζωής του κτηρίου μπαζώθηκε το παλαιότερο στρώμα καταστροφής και ανυψώθηκαν η λιθοδομή των τοίχων και η στάθμη των δαπέδων.

Στα ΝΔ χτίσθηκαν τοίχοι που ενσωμάτωσαν κάποια ανοίγματα της στοάς. Στη Β πλευρά του χώρου δ’ εντοπίστηκε κτιστή κόγχη αποτελούμενη από αλλεπάλληλες στρώσεις κεραμίδων. Το δάπεδό της ήταν επίσης στρωμένο με μία κεραμίδα. Στο εσωτερικό της βρέθηκαν έντονα ίχνη καύσης  και αρκετή στάχτη οδηγώντας στο συμπέρασμα πως πρόκειται για εστία.

Αμέσως βόρεια και εξωτερικά της εστίας, στο χώρο ‘ε’ βρέθηκε δάπεδοστρωμένο από πηλό και ασβεστοκονίαμα που φέρει ως υπόστρωμα κάθετα τοποθετημένα θραύσματα κεραμίδων. Σώθηκει αποσπασματικά και σε μικρή έκταση.

2β. Μέση ελληνιστική φάση/ στρώμα 3α.

Η ελληνιστική φάση 3α εκτείνεται χρονολογικά από το β΄ τέταρτο του 3ου αι. (Αντίγονος Γονατάς) έως τα τέλη του 3ου αι. π.Χ. (Φίλιππος Ε΄).  Ανασκάφηκαν στην Κρανιά Α1 από την 9η ΕΒΑ [εκτός των μαρτύρων, που ανασκάφηκαν από την ΙΣΤ] στην Κρανιά Α2 από την ΙΣΤ ΕΠΚΑ. 

Η αρχή της φάσης στην Κρανιά Α1 ίσως ορίζεται από τον ορίζοντα καταστροφής και δαπέδου των Ε3 και 3β και την επίχωση στα νότια με το στρώμα Ε2, ενώ η λήξη της ορίζεται από τον ορίζοντα καταστροφής και δαπέδων της γλίνας Α (τέλη 3ου π.Χ.) την επίχωση στα νότια με το ΔΕ2 και το στρώμα καταστροφής 3α.

Στην Κρανιά Α2 την αρχή της φάσης οριοθετεί το προγενέστερο στρώμα καταστροφής 3β και το τέλος της, ορίζοντας βοτσαλωτού δαπέδου και στρώματος καταστροφής 3α. Το τέλος της φάσης ίσως μπορεί να συσχετιστεί με την επιδρομή των Αιτωλών στα τέλη του 3ου αι.π.Χ. (219).

Τα κτήρια αυτής της φάσης ακολουθούν το οικοδομικό σύστημα της προηγούμενης. Διατηρείται ο ίδιος προσανατολισμός, επαναχρησιμοποιούνται και επεκτείνονται χώροι ενώ τα κτήρια που κατασκευάζονται απ’αρχής συμμορφώνονται με το προϋπάρχον οικοδομικό σύστημα.

Στην περιοχή των «βεραντών»-κτήριο Β της Κρανιάς Α1, η ΙΣΤ δεν διαθέτει ανασκαφικα στοιχεία για τα στρώματα καταστροφής.  Άγνωστο είναι επίσης τι υπήρχε στην περιοχή του δωματίου Α. Εντοπίστηκαν πάντως κεραμίδες στέγης στον μάρτυρα πάνω στο Ε3 και κάτω από το 3β .

Στην Κρανιά Α2 εντοπίστηκαν οι ορίζοντες χρήσης με τη μορφή βοτσαλωτών δαπέδων των κτηρίων, πάνω από τα οποία υπήρχαν πυκνά στρώματα καταστροφής. Αποκαλύφθηκαν πυκνά στρώματα στέγης, από στρωτήρες και καλυπτήρες λακωνικού τύπου.

11. Ανατολικές βεράντες»(κτήριο β) [A1]




Φάση που ακολουθεί το 3β και που καταστρέφεται με το 3α.

Ανασκάφηκε από την 9η ΕΒΑ. Πρόκειται για φάση που συμπλήρωσε τη φάση 3β και ίσως επιδιορθώθηκε στην Κρανιά Α1 με τη φάση 3. Σε αυτή τη φάση, στην Κρανιά Α1 φαίνεται να κατασκευάστηκαν για πρώτη φορά οι παράγωνοι τοίχοι, οι ανόργανα δεμένοι με τον εξωτερικό δυτικό τοίχο. Στην Κρανιά Α2 κατασκευάζεται για πρώτη φορά ο Τχ24 ο οποίος καταργεί τοίχο της προγενέστερης φάσης 3β και γωνιάζει με τον παλαιότερο δυτικό Τχ56.  Ο καινούριος τοίχος διαμορφώνει αντιρήδα στα ΝΔ και το θεμέλιό του ξεπερνά τα 0,80μ.

12. Κτήριo Γ [Α2]

Το πυκνό στρώμα καταστροφής   στέγης [και διαλυμένης πλίνθινης ανωδομής] αποδεικνύει την ύπαρξη στεγασμένων χώρων από όπου προήλθε λίγη αβαφής κεραμική καθημερινής χρήσης. Η χρονολόγηση των ευρημάτων [και νομισμάτων, κυρίως Αντίγονου Γονατά   τοποθετεί την καταστροφή αυτής της φάσης στις τελευταίες δεκαετίες του 3ου αι.π.Χ.

13.Κτήριο Δ [Α2]

 

 

Τετράπλευρο κτήριο, ΒΔ του κτηρίου Γ με τον ίδιο προσανατολισμό. Πρόκειται για ενιαίο χώρο με δάπεδο σε δύο επίπεδα που ακολουθούν τη φυσική κλίση του εδάφους και κατασκευάζεται από στρωμένο βότσαλο Στο ΝΔ πέρας  του τοίχου 11 φαίνεται ότι δημιουργείται άνοιγμα. Στην μέση ελληνιστική φάση, ο χώρος επιμερίζεται κατά πλάτος με την προσθήκη τριών τοιχείων και τριών κτιστών εστιών, μία σε κάθε χώρο. Στο ΒΑ χώρο διατηρείται το πηγάδι που χρησιμοποιείται ως αποθέτης.  Παράλληλα  προστίθενται χώροι προς τα ΝΔ.  Στην  φάση αυτή ο υπαίθριος χώρος, που αναπτύσσεται μεταξύ των δύο κτηρίων, ίσως λειτουργεί ως δρόμος. Κατασκευασμένος από πυκνή στρώση ψιλού βοτσάλου, έφερε πάνω του κεραμίδες στέγης σε αραιή διάταξη, πεσμένες πιθανά από τις παρακείμενες στέγες.

 

 14. Κτήρια Ε/Θ [Α2]

 

 

Κάτω από τις επιχώσεις του κτηρίου ΣΤ αποκαλύφθηκε μέρος της κάτοψης δύο συλλειτουργούντων κτηρίων. Το ένα (κτήριο Ε) βρίσκεται στα ΒΔ του ανασκαφικού χώρου με άξονα Ν-ΝΑ και Β-ΒΑ. Αποκαλύφθηκαν μόνον οι τρεις χώροι από το ΝΔ τμήμα του. Πρόκειται για κτήριο με λιθόκτιστα θεμέλια πλάτους 1,10μ. στους εξωτερικούς τοίχους και 0,70μ. στους εσωτερικούς. Είναι κατασκευασμένο από αργολιθοδομή με συνδετικό υλικό πηλόχωμα. Θεμελιώνεται μέσα στα στρώματα Ε6 ερυθρά.

Η διατάραξη από τη θεμελίωση του κτηρίου ΣΤ και του λιθόστρωτου δρόμου κατέστρεψε την ανωδομή και μέρος της θεμελίωσης του κτηρίου. Από το κτήριο ανασκάφτηκαν συνολικά τρεις χώροι χωρίς να αποκαλυφθεί όλη η έκτασή τους. Παρ’όλα αυτά φαίνεται ότι πρόκειται για χώρους διαφορετικού σχήματος και πιθανότατα διαφορετικής λειτουργίας.

Κλειστός στεγασμένος χώρος ορθογωνίου σχήματος (10Χ5μ.) διαμορφώνεται στα ΝΔ (Ε1). Σώζει δύο συμμετρικά ανοίγματα στη ΒΑ πλευρά του μέσω των οποίων επικοινωνεί με το χώρο Ε2. Είναι στενός επιμήκης χώρος πλάτους 2,20μ. που δημιουργεί γωνία στα Ν και περιτρέχει τον τρίτο χώρο Ε3 με σωζόμενο μήκος πλευράς 2μ. Ο τελευταίος σώζει διαστάσεις 2,5μ.Χ5μ. Είναι πιθανό να αποτελεί αύλειο χώρο του κτηρίου. Στα ΝΑ του χώρου εντοπίστηκε κυκλικού σχήματος λιθοκατασκευή με διάμετρο 1,5μ. Η χρήση της είναι αδιευκρίνηστη. Θεμελιώνεται στο βοτσαλωτό δάπεδο της πρώιμης ελληνιστικής 3β. Η χρήση και η λειτουργεία του κτηρίου είναι προβληματική.

Η παράλληλη λειτουργεία του με το κτήριο Θ καταδεικνύεται από την ύπαρξη κοινού τοίχου , ο οποίος ακυρώνει τη ΒΔ πλευρά του προγενέστερου κτηρίου Θ. Το ΝΔ του άκρο ανοικοδομείται και επαναλειτουργεί στη μέση ελληνιστική περίοδο. Επαναλειτουργούν δύο χώροι με μερική μετατροπή στην κάτοψη (Θ1,Θ2) και διαμορφώνεται ένας τρίτος στα ΝΔ (Θ6). Οι χώροι βρίσκονται σε αξονική διάταξη (Β.ΒΔ-Ν.ΝΑ) και είναι ανισομεγέθεις και παράγωνοι. Αυτό οφείλεται στο ότι χρισημοποιούν εν μέρει τους τοίχους της αρχικής κατασκευής, ενώ αλλού κατασκευάζονται εκ νέου, ακολουθώντας τους βασικούς άξονες των παλιών με μικρές αποκλίσεις. Μαζί με τον προσανατολισμό διατηρείται και η διάταξη των θηραίων ανοιγμάτων στα ΒΑ των χώρων. Τα ανοίγματα αυτά οδηγούν σε αύλειο; χώρο με στρωμένο βοτσαλωτό δάπεδο, ανάλογης χρήσης με το χώρο Ε3 του κτηρίου.

Στο ΝΔ τμήμα του χώρου Θ2, διαμορφώνονται λίθινες κατασκευές αδιευκρίνηστης χρήσης. Ο χώρος είχε επιμελημένο βοτσαλωτό δάπεδοσε αντίθεση με το διπλανό χώρο Θ1 που έσωζε δάπεδα από πατημένο πηλόχωμα με έντονα ίχνη καύσης και στάχτη. Στο ΒΔ τμήμα του διαμορφώνεται εστία με κάθετα τοποθετημένα πλιθιά ενώ στο ΝΔ τοίχο διαμορφώνεται λίθινη ημικυκλική κατασκευή αδιευκρίνηστης χρήσης.

Ο χώρος Θ6 σώζεται τελείως αποσπασματικά. Ταυτίζεται με αυτή τη φάση του κτηρίου λόγω της θεμελίωσής του πάνω στο στρώμα καταστροφής 3β.

 
15. Αποθέτης [Α2]

Στο εσωτερικό του χώρου που σχηματίζουν οι τοίχοι 11 και 12 εντοπίστηκαν τα όρια πηγαδιού, του οποίου η ανασκαφή βρίσκεται σε εξέλιξη. Ο αποθέτης σφραγίζονταν από μεγάλους αργόλιθους και θραύσματα κεραμίδων στέγης. Φαίνεται ότι παλιότερα χρησιμοποιήθηκε ως πηγάδι με πήλινο  δακτύλιο σε υψόμετρο  0,80μ. όπου και διακόπηκε η έρευνα.  Στη μέση ελληνιστική εποχή [τέλη 3ου-αρχές 2ου π.Χ.] έγινε αποθέτης με έντονα ίχνη καύσης.

Τα ευρήματα που περισυνελλέγησαν αφορούν κυρίως μαγειρικά σκέυη και μεταφοράς (χύτρες, λοπάδες, αρυτήρες, οινοχόες, αμφορείς) αλλά και μελαμβαφή αγγεία (κάνθαροι, σκύφοι και πινάκια με διακόσμηση «Δυτικής Κλιτύος», λύχνοι). Ιδιαίτερο εύρημα αποτελεί θραύσμα κεραμίδας με σφράγισμα ρόδακα και περιμετρικά επιγραφή ΑΝΤΙΓΟΝΟΥ και  η πήλινη μήτρα ειδωλίου με δυο όρθιες, κατ’ενώπιον γυναικείες μορφές, εκ των οποίων  η μια κρατά τσαμπί σταφύλι-βότρυς. Στο νεροκόσκινο βρέθηκαν σπόροι, σιτάρι, ελαιοπυρήνες, γίγαρτα, όσπρια, καρύδια καθώς και πλήθος οστών και οστρέων, ευρήματα που σε συνδυασμό με τις εστίες των γειτονικών χώρων μαρτυρούν την πιθανή χρήση του κτηρίου Δ ως τροφοπαρασκευαστικό χώρο.

 

2γ. Πρώιμη ελληνιστική φάση/ στρώμα 3β.

Η ελληνιστική φάση 3β εκτείνεται χρονολογικά από το τελευταίο τέταρτο του 4ου μέχρι το πρώτο τέταρτο του 3ου αι.π.Χ.

Ανασκάφτηκε στην Κρανιά Α1 από την 9η ΕΒΑ εκτός των μαρτύρων που ανασκάφτηκε από την ΙΣΤ΄ ΕΠΚΑ.

Στην Κρανιά Α2 από την ΙΣΤ΄ ΕΠΚΑ.

Στην Κρανιά Α1 ίσως ορίζεται από τον ορίζοντα καταστροφής του δαπέδου στο Ε3.

Η επίχωση στο νότιο τμήμα της Κρανιάς Α1 με το στρώμα καταστροφής 3β, στρώμα ενιαίο σ’όλη την Κρανιά, φαίνεται να έχει προηγηθεί της φάσης διαμόρφωση-ισοπέδωση με το στρώμα Ε3 σκληρό και με πέτρες που απλώνεται σε μεγάλη έκταση στο κεντρικό τμήμα της Κρανιάς Α1. Ως αντίστοιχο στρώμα διαμόρφωσης-ισοπέδωσης στην Κρανιά Α2 ταυτίστηκε το στρώμα 3γ. Η καταστροφή προήλθε από μεγάλη φωτιά στα χρόνια μεταξύ του Δημητρίου Πολιορκητή και του Αντίγονου Γονατά (294-287/277-239 π.Χ.) με ένα εντυπωσιακό στρώμα καταστροφής που εντοπίζεται σε όλους τους μάρτυρες της Κρανιάς Α1 (εκτός από την ΝΑ γωνία όπου υπήρχαν τα στρώματα Ε1, Ε2 και δήθεν Ε2) και σε όλη την έκταση της Κρανιάς Α2.

Ίσως μπορεί να συσχετιστεί με την καταστροφή των Γαλατών (279-276 π.Χ.).

Στην Κρανιά Α2 εντοπίστηκαν οι ορίζοντες χρήσης των κτηρίων με τη μορφή βοτσαλωτών δαπέδων, πάνω από τα οποία υπήρχαν πυκνά στρώματα κατασροφής από στρωτήρες και καλυπτήρες κεράμων λακωνικού τύπου.

 Στην Κρανια Σ2 ως ελληνιστικά ταυτίστηκαν τα στρώματα Ε, ΣΤ, Ζ, Ζ1, Η και Η χαλίκι που σχετίζονται πιθανότατα με κάποια από τις γνωστές οικοδομικές φάσεις (3/3α/3β) της Κρανιάς Α1 και Α2. Το περιεχόμενό τους χρειάζεται διερεύνηση. Πρόκειται για τις οικοδομικές φάσεις των κτηρίων Ι και ΙΑ.

Συνολικά ανασκάφτηκαν τμήματα τεσσάρων κτηρίων (Β, Γ, Δ και Θ) τα οποία ακολουθούν τον προσανατολισμό ΒΔ-ΝΑ. Μεταξύ τους μένουν αδόμητες ζώνες που διευθετούν την επικοινωνία των κτηρίων και παρέχουν λειτουργικής σημασίας αστέγαστους χώρους. Φαίνεται να ακολουθείται ένα ενιαίο οικοδομικό πρόγραμμα το οποίο σε ορισμένες περιπτώσεις χρησιμοποιεί την παλαιότερη υστεροκλασσική οικοδομική φάση Ε4 και οργανώνει κτήρια με κανονικές ορθογώνιες κατόψεις. Εξαιρείται το κτήριο Β που φαίνεται να επηρεάζεται από τις κλίσεις του λόφου του Κάστρου.

16.Ανατολικές βεράντες»(κτήριο β) [Α1/Α2]

 

Στην Κρανιά Α1 ανασκάφτηκαν κυρίως από την 9η ΕΒΑ, ενώ στην Κρανιά Α2 από την ΙΣΤ ΕΠΚΑ. Σ’αυτή τη φάση είναι πιθανόν να κατασκευάστηκε το βόρειο τμήμα του δυτικού τοίχου (Τχ Γ) όπως επίσης και ο Τχ 13 και ο τοίχος 56, που αποτελούν το δυτικό όριο του κτηρίου στην Κρανιά Α2. Ωστόσο δεν είναι απόλυτα σαφές, αλλά φαίνεται πιθανό ότι ο βόρειος εξωτερικός τοίχος (Τχ Α) και το βόρειο τμήμα του δυτικού (Τχ Γ) ανήκει στην προγενέστερη ύστερη κλασσική φάση Ε4.

Της φάσης 3β φαίνεται ότι προηγήθηκε εκτεταμένη πλημμύρα πάνω στην οποία θεμελιώνονται οι συμπληρωμένοι τοίχοι. Είναι πιθανή η υπόθεση ότι επανακατασκευάστηκαν στο πλαίσιο διαμόρφωσης του χώρου με κατασκευή ανδήρων, με τη βοήθεια του στρώματος 4 στα τέλη του 4ου αι.π.Χ.

 
17. Αποθέτης [Α1]

Εντοπίστηκε στην τομή Η4 , σε υψόμετρο 4,47μ. από τη θάλασσα, με διαστάσεις  (χείλους) 1,70μ. Χ 1,30μ.  Ανασκάφτηκε έως το υψόμετρο των 0,60μ. Έντονη ήταν η διαφοροποίηση του χώματος περιμετρικά, ενώ εσωτερικά το χώμα ήταν μέτριο σε σκληρότητα, αναμεμειγμένο με χαλίκι και πολλά ίχνη καύσης (στάχτη-κάρβουνο).

Πρόκειται για απλή κατασκευή ανοιγμένη στις παλαιότερες επιχώσεις, που φαίνεται να λειτουργεί ως πηγάδι στα κλασσικά χρόνια, ενώ κατά τον ύστερο 4ο αι. π.Χ. και σε όλο σχεδόν τον 3ο αι. π.Χ. ως αποθέτης.  Περισυλλέχθηκε μεγάλη ποσότητα αβαφών και μελαμβαφών αγγείων, κάποτε με κακοτεχνίες στην ποιότητα του γανώματος ή την κατασκευή τους γενικά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα δύο αγνύθες κολημμένες στη βάση και σχεδόν υαλοποιημένες από την υψηλή θερμοκρασία.

Σε ύψος 2μ. από τη θάλασσα εντοπίστηκε ο υδροφόρος ορίζοντας με αποτέλεσμα να κριθεί αναγκαία η χρήση αντλιών. Σε υψόμετρο 0,60μ. από τη θάλασσα οι συνθήκες δεν επέτρεψαν την περαιτέρω διερεύνηση.  Τις τελευταίες ημέρες είχαν ελαχιστοποιηθεί τα ευρήματα.  Ενδεικτικά αναφέρουμε:

 


 Μελαμβαφής κάνθαροςμε διακόσμηση τύπου
 
«ΔυτικήςΚλιτύος».


 Μελαμβαφές πινάκιο με διακόσμηση τύπου
 «Δυτικής Κλιτύος»


 Ερυθροβαφής κάνθαρος


 Άνω κορμός θασίτικου αμφορέα


 Αβαφής οινοχόη


 Χύτρα-αρυτήρας  


 Λοπάδες


 Αβαφής λεκάνη  

  

18. Κτήριο Γ [Α2]

 

Η αρχική κατασκευή του κτηρίου Γ με την ίδια κάτοψη όπως προαναφέρθηκε στις φάσεις 3 και 3α, τοποθετείται στην πρώιμη ελληνιστική φάση 3β. Βρέθηκε και ανασκάφτηκε πυκνό στρώμα κατασροφής κεραμίδων στέγης που σκεπάζει ορίζοντα από πυκνό βοτσαλωτό δάπεδο.

19. Κτήριο Δ [Α2]

 

Κάτω από τους τοίχους της φάσης 3α αποκαλύφθηκαν τμήματα τοίχων που ανήκουν στην αρχική φάση του κτηρίου. Αφορούν το ΒΑ, ΝΑ και το Α τμήμα του ΝΔ τοίχου που γωνιάζει στα ΒΑ, ορίζοντας κάτοψη τετράπλευρου κτηρίου με δύο τουλάχιστον χώρους. Υπάρχουν αδιευκρίνηστα σημεία που δεν επιτρέπουν την ασφαλή αποκατάσταση της κάτοψης (όπως η γωνία των τοίχων 12α και 31α). Στο εσωτερικό του κτηρίου βρέθηκε πυκνό στρώμα καταστροφής κεραμίδων στέγης που σκέπαζε πυκνό βοτσαλωτό δάπεδο το οποίο ακολουθεί τη φυσική κλίση του εδάφους. Στο ΒΑ τμήμα του πάνω στο αρχικό δάπεδο στρώθηκαν τετράγωνες οπτές πλινθόπλακες αρμολογημένες με ασβεστοκονίαμα. Στον ίδιο χώρο και στο αρχικό βοτσαλωτό δάπεδο εντοπίστηκαν τμήμα από το άνω μέρος μικρού πίθου και πέντε μικροί συνευθειακοί αβαθείς λάκκοι, το εσωτερικό των οποίων γέμισε με άμμο και λίγα θραύσματα κεραμίδων. Στο ΝΔ τμήμα του κτηρίου κάτω από το βοτσαλωτό δάπεδο ανασκάφτηκε υπόστρωμα από στρωμένους αργόλιθους σε πυκνή διάταξη. Η αρχική θεμελίωση του κτηρίου έγινε με τη βοήθεια του στρώματος διαμόρφωσης (3γ) το οποίο εξουδετέρωσε τις έντονες κλίσεις του εδάφους μεταξύ των κτηρίων Β και Δ.

 

20. Κτήριο Θ [Α2]

 

Στον ίδιο άξονα με τα κτήρια Γ και Δ και σε συνέχεια με το κτήριο Β-Ανατολικές βεράντες, ανασκάφτηκε το καλύτερα σωζώμενο κτήριο της ελληνιστικής Κρανιάς. Αν και αποσπασματικό δίνει αρκετά στοιχεία για τη συνολική του κάτοψη. Αναπτύσσεται σε ικανή απόσταση από τα προηγούμενα κτήρια αφήνοντας ένα κενό ζωτικό χώρο μεταξύ τους. Πρόκειται για το ΝΔ τμήμα τετράπλευρου κτηρίου που φαίνεται να οργανώνει τους χώρους του γύρω από εσωτερική υπαίθρια αυλή. Ανασκάφτηκαν τρεις χώροι από την ΝΔ πτέρυγα (Θ1, Θ2, Θ3), ένας από τη ΝΑ (Θ4) και μέρος του αύλειου χώρου (Θ7). Οι εξωτερικές διαστάσεις του κτηρίου είναι 19,5μ.Χ9,5μ. Το μεγαλύτερο μέρος του έχει θεμελιωθεί στην ύστερη κλασσική φάση Ε4 ενώ κάποιοι χώροι (θ1, Θ2, Θ7) επανακατασκευάζονται στη φάση 3α. Κοινό στοιχείο των χώρων είναι η πρόσβαση μέσω θυραίων ανοιγμάτων πλάτους 1,5μ. στην κεντρική αυλή. Παρά την άμεση ανοικοδόμηση στη φάση 3α το κτήριο έσωζε πυκνό στρώμα καταστροφής της στέγης και της διαλυμένης πλίνθινης ανωδομής του. Περιείχε έντονα ίχνη φωτιάς και σφράγιζε επιμελημένο βοτσαλωτό δάπεδο που εκτείνεται στην ίδια στάθμη στους κλειστούς αλλά και στον υπαίθριο χώρο του. Ιδιαίτερα οικοδομικά στοιχεία στο εσωτερικό των χώρων ίσως καταδεικνύουν την λειτουργία τους. Η οργάνωση λιθόκτιστων θρανίων περιμετρικά των τοίχων του χώρου Θ2, τον ταυτίζουν ως ανδρώνα ενώ τα κινητά ευρήματα και η κεραμική των λοιπών δωματίων της ΝΔ πτέρυγας ως τους κυρίους χώρους διαβίωσης του κτηρίου.

Ορίζοντας βοτσλωτού δαπέδου με αραιό στρώμα καταστροφής στα ΝΑ του κτηρίου ορίζει πιθανότατα ημιυπαίθριο χώρο.

21. Κτήριο ΙΑ [Σ2]

Αποκαλύφθηκε μέρος της κάτοψης κτηρίου που συνεχίζει δυτικότερα έξω από τα όρια του οχετού. Ο εξωτερικός τοίχος του διαγράφει κυκλική πορεία διαμορφώνοντας χώρο κυκλικής ή ημικυκλικής κάτοψης. Η ΒΑ. πλευρά του καταστράφηκε από τη διέλευση του χειμάρρου. Είναι κατασκευασμένος από αργολιθοδομή με πλάτος θεμελίου 1μ. Σώζει την κατώτερη σειρά της ανωδομής του με πλάτος 0,70μ., διαμορφώνοντας στο εσωτερικό του μέτωπο δόντι θεμελίωσης.

 

 

Στο εσωτερικό του οριζόμενου χώρου διαγράφεται έκκεντρη κυκλική κατασκευή εγγεγραμμένη σε τετράγωνο με πλευρά 3,50μ. με κυμαινόμενο πλάτος 0,70μ. έως 1,10μ. Διαμορφώνει άνοιγμα προς τα ΒΑ στο σημείο που ο εξωτερικός τοίχος είναι κατεστραμμένος από την κοίτη χειμάρρου, συνεπώς δεν βεβαιώνεται άνοιγμα του κτηρίου προς την ίδια κατεύθυνση. Οι τοίχοι του κτηρίου θεμελιώνονται πάνω στο κλασσικό στρώμα Θ και καταστρέφονται πιθανότατα δύο φορές στα στρώματα ΣΤ και Η. Οι μεσολαβούσες επιχώσεις Ε και Ζ ανοιχτοκάστανης απόχρωσης και πηλώδους σύστασης πιθανόν προέρχονται από την καταστροφή της πλινθοδομής. 

 

Κτήριο Ι [Σ2]

Στα βόρεια του κτηρίου ΙΑ αποκαλύφθηκε τμήμα κάτοψης ορθογώνιου κτηρίου με δυο τουλάχιστον χώρους που εκτείνονται επίσης στη δυτική παρειά του αγωγού. Ακολουθεί κατεύθυνση Ν ΝΑ -Β ΒΔ. Τοίχοι αντίστοιχης κατασκευής και σε παράλληλη σχέση με τους τοίχους του κτηρίου Ι ανασκάφηκαν στην Κρανιά Α1 και Α2. Πρόκειται για τον τοίχο των τομών 3Α, 3Β  στην Κρανιά Α1 και τον τοίχο των τετραγώνων 11Β-11Δ του τομέα ΙΙΙ στην Κρανιά Α2. Οι τοίχοι σώζουν τις δυο πρώτες σειρές του αργολιθοδομικού θεμελίου πλάτους ± 0,50μ.

Το κτήριο κατασκευάζεται από την προηγούμενη κλασσική φάση  αλλά λειτουργεί και ταυτόχρονα με το κτήριο ΙΑ. Αραιό στρώμα κεραμίδων στέγης και πλιθιών εντοπίστηκε στο στρώμα Η. Σκέπαζε εξωτερικά του κτηρίου βοτσαλωτό δάπεδο και εσωτερικά λιθόστρωση και στρώση χαλικιού.

Το στρώμα Η πιθανότατα ταυτίζεται με το στρώμα 3β στην Κρανιά Α1 και Α2. Η φάση του στρώματος ΣΤ Δε βρέθηκε στην επιφάνεια που καταλαμβάνει το κτήριο.

 

Κλασσικές φάσεις

3α.Ύστερη Κλασσική Φάση; φάση που πήρε ο χείμαρρος; στρώματα Ε4-5α/ καταστροφής Ε4-5α

 

Πρόκειται για την φάση που ορίζεται από το πρώτο στρώμα καταστροφής στο Ε4 [μετά τα μέσα του 4ου αιώνα]. Ορίζοντας χρήσης είναι η «γλίνα» γ πάνω από το Ε5 και κάτω από το Ε4 στην Κρανιά Α1.  Αν κρίνει κανείς από το χοντρό χαλίκι πάνω στο οποίο πατούσε το Ε3 αλλά και το  3β στην περιοχή του δωματίου Α και βορειότερα, φαίνεται ότι η περιοχή καταστράφηκε σε βάθος από πλημμύρα του χειμάρρου.  Μετά την καταστροφή ακολούθησε το στρώσιμο του χώρου εξωτερικά από τις «Ανατολικές Βεράντες»-κτήριο Β με το Ε3.  Λιθόστρωτα στο νότιο τμήμα της Κρανιάς Α1  ανασκάφηκαν από την ΙΣΤ.   Η κάτοψη της φάσης είναι ακόμη ασαφής, μολονότι εντοπίστηκαν έξω από τις «Ανατολικές Βεράντες» πολύ κατεστραμμένα θεμέλια[?] που πιθανότατα σχετίζονται.

Αλλά και στην Κρανιά Α2 εντοπίστηκαν τμήματα κτηρίων χωρίς ολοκληρωμένη κάτοψη, οι τοίχοι των οποίων είναι χτισμένοι με αργόλιθους και χρησιμοποιούν ως συνδετικό υλικό λάσπη. Μεγάλη ήταν η έκταση των στρωμάτων καταστροφής αυτής της φάσης όπου σώζονται και πλινθιά της ανωδομής. Τα δάπεδα είναι κατασκευασμένα με πατημένο πηλόχωμα και λιθοστρώσεις και βοτσλωτά δάπεδα.

Η  ύστερη κλασσική φάση στην Κρανιά Σ2  αντιπροσωπεύεται από τα στρώματα Θ και  Θ1. Αφορούν την αρχική θεμελίωση του κτηρίου Ι και ενός κεραμικού κλιβάνου. 

 23.Ανατολικές βεράντες»(κτήριο β) [Α1/Α2]

Η φάση αφορά τον χώρο που περιείχε τους 20 αμφορείς που βρέθηκαν αποθηκευμένοι ανάποδα σε μία γραμμή παράλληλη προς τον δυτικό τοίχο. Τα έμβολα ήταν σπασμένα  αλλά  μερικά βρέθηκαν στο εσωτερικό τους. Ανήκουν στο στρώμα καταστροφής 5Α (νόμισμα Ποτίδαιας, 410-350 π.Χ.) και σφραγίζονται από τον  τοίχο ΤΓ (μέση ελληνιστική φάση?).

Είναι πιθανόν ο Ν εξωτερικός τοίχος και τμήμα του  βορειοδυτικού να ανήκει αρχικα σε αυτή τη φάση και να καταστράφηκε από τον χείμαρρο [Τβ Τγ?]. 

 
24. Τοίχος Η [Α1]

Ο τοίχος Η βρίσκεται  στο ΒΔ πρανές του λόφου του Κάστρου του Πλαταμώνα. Έχει  μήκος 7.50μ.,  πλάτος  0.45μ., ύψος: 0.50μ. και κατεύθυνση από Βορρά προς Νότο. Θεμελιώνεται στο Ε5, χτίζεται με αργόλιθους και ως συνδετικό υλικό χρησιμοποιείται  λάσπη.  Από την πλευρά του λόφου η χρήση του έχει αναλημματικό χαρακτήρα, ενώ στα δυτικά δημιουργεί μέτωπο. Στη φάση αυτή εντοπίζονται δύο επάλληλες στρώσεις δαπέδων από χαλίκι και πατημένο πηλόχωμα, τα δάπεδα 1 και 2. Η χρήση τους πιθανότατα  είναι δρόμου ή διαδρόμου  προς το λόφο, με πλάτος  2 μέτρων. Ο τοίχος Η και τα δάπεδα 1 και 2 χρονολογούνται στο πρώτο μισό του 4ου αι. π.Χ. Κάτω από τα δάπεδα εντοπίζεται το στρώμα Ε5.

 
25. Τοίχος των τομών 3α-3β [Α1]

Πρόκειται για μία σειρά αργών λίθων με κατεύθυνση Β-Ν. Σώζεται στο ύψος του θεμελίου σε μήκος 5,50μ. και πλάτος  0,40μ. Ως συνδετικό υλικό χρησιμοποιείται λάσπη. Σε αυτόν ανήκουν  τα παρακείμενα στρώματα καταστροφής και δάπεδα, ανατολικά ως λιθόστρωση και δυτικά ως πατημένο πηλόχωμα. Insitu  σώζονται κάποια πλινθιά , τα οποία θα αποτελούσαν και την ανωδομή του.

 

26.Στρώμα καταστροφής στέγης [Α2]

Στο Ν.Α. τμήμα της ανασκαφής Α2 (ΤΟ ΙΙΙ/ΥΠΟ11/Τε Β, Δ) αποκαλύφθηκε πυκνό στρώμα καταστροφής από κεραμίδες στέγης λακωνικού τύπου, το οποίο σφράγιζε δάπεδο από καλά πατημένο χώμα με προσμείξεις χαλικιού. Πάνω σ΄αυτό υπήρχαν λιωμένα πλινθιά και ίχνη καύσης. Η κεραμική (ερυθρόμορφα όστρακα και σκύφοι Bolsal) και το νόμισμα Αμύντα  Γ΄ (381-369) πάνω    στο δάπεδο, χρονολογούν το στρώμα στον  4ο αι π.Χ.

 

27. Κλίβανοι-κτήριο η [Α2]

Αμέσως ΝΔ του ελληνιστικού κτηρίου Δ εντοπίστηκαν και ανασκάφτηκαν δύο κεραμικοί κλίβανοι.

Ο κλίβανος Α στα δυτικά, με διαμέτρο θαλάμου εσχάρας περίπου 1,80μ. κατασκευάσθηκε με λάξευση του φυσικού βράχου. Η είσοδός του ανοίγεται στα ΒΔ. Σώζεται το δάπεδο του θαλάμου από ψημένο πηλό.  Στο κέντρο διατηρεί μέρος πλινθόκτιστου τετράγωνου πεσσού σε ύψος περίπου 0,10μ. Ο θάλαμος περιμετρικά κατασκευάζεται με πέτρες. Στο εσωτερικό του βρέθηκε μεγάλη ποσότητα καμμένου πηλού προερχόμενη από την κατάρευση της εσχάρας. Η ανωδομή του παρασύρθηκε από χείμαρρο.

Ανατολικά και σε απόσταση 6μ. ανασκάφτηκε ο κλίβανος Β που παρουσιάζει ανάλογη εικόνα, με διαφορά ότι ο πεσσός στήριξης της εσχάρας είναι κυκλικής διατομής. Με τον συγκεκριμένο κλίβανο συλλειτουργεί το κτήριο Η. Ο προσανατολισμός του συμπίπτει  με αυτόν του κλιβάνου, ΒΑ-ΝΔ. Η λειτουργία του κτηρίου είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με αυτή του κλιβάνου. Πρόκειται πιθανά για ύπαρξη εργαστηριακού χώρου μαζί με τον κλίβανό του.

 

28. Κτήριο Θ [Α2]

 

 

 

 

Η αρχική φάση του κτηρίου Θ λειτούργησε στην ύστερη κλασσική φάση Ε4, στο οικοδομικό πρόγραμμα της οποίας εντάσσεται ακολουθώντας τον αυτό προσανατολισμό (ΝΔ-ΒΑ). Πρόκειται για το μεγαλύτερο και καλύτερα σωζώμενο κτήριο της εν λόγω φάσης, με επαρκή στοιχεία που μας επιτρέπουν την σχετικά ασφαλή ταύτιση της συνολικής του κάτοψης. Ωστόσο κάποια σημεία παραμένουν αδιευκρίνηστα εξαιτίας των μεταγενέστερων παρεμβάσεων στους χώρους του και των εκτεταμένων διαταράξεων από τα κτήρια Ε και ΣΤ της μέσης και ύστερης ελληνιστικής εποχής αντίστοιχα. Ανασκάφτηκε το ΝΔ τμήμα του κτηρίου με εξωτερικές διαστάσεις 19μ.Χ13μ. που θεμελιώνεται στα προϊστορικά στρώματα Ε6 ερυθροκάστανο και Ε6 ερυθρό1. Πρόκειται για τετράπλευρο κτήριο που οργανώνει τους χώρους του γύρω από μία κεντρική υπαίθρια αυλή. Αναγνωρίστηκαν δύο ισομεγέθεις στεγασμένοι χώροι (Θ1, Θ2) στην ΝΔ πτέρυγα και δύο μικρότεροι στην ΝΑ (Θ4, Θ5), ο ένας από τους οποίους ορθογώνιας κάτοψης.

Την εσωτερική επικοινωνία των δωματίων εξασφαλίζουν θυραία ανοίγματα που οδηγούν στον αύλειο χώρο και σε μια περίπτωση (Θ3) επενδύονται με επιμελημένους δόμους. Οιτοίχοι κατασκευάζονται από αργολιθοδομή με συνδετικό υλικό πηλόχωμα και κάποιοι διαμορφώνουν προεξοχή (δόντι) στο  επίπεδο του θεμελίου, το μικρό ύψος του οποίου δεν μπορεί να στοιχειοθετήσει την ύπαρξη δεύτερου ορόφου. Την επιφάνεια του χώρου κάλυπτε πυκνό στρώμα καταστροφής από θραύσματα κεραμίδων στέγης και υπολείμματα πλιθιών από την ανωδομή του κτηρίου. Το υλικό της πεσμένης στέγης σφραγίζονταν από χώμα καστανοπράσινης απόχρωσης με πλούσια περιεκτικότητα σε ασβεστολιθικά τρίμματα, που ταυτίστηκε ως στρώμα διαμόρφωσης για την επανάχρηση του κτηρίου κατά τηνπρώιμη ελληνιστική περίοδο.

Τα δάπεδα εκτείνονται στην ίδια στάθμη στους επιμέρους χώρους του κτηρίου, σαφώς χαμηλότερα από τον ορίζοντα των εξωτερικών ζωτικών χώρων και είναι κατασκευασμένα από πατημένο πηλόχωμα και στρώση βοτσάλων. Η αποκάλυψη στο δωμάτιο Θ2 κεντρικής λιθόκτιστης εστίας, σε συνδυασμό με την κεραμική και τα κινητά ευρήματα του Θ1 μας επιτρέπουν το συμπέρασμα ότι μάλλον πρόκειται για χώρους καθημερινής διαβίωσης. Αντίθετα η σχεδόν αποκλειστική παρουσία μεγάλου αριθμού νομισμάτων στο χώρο Θ4, μάλλον καταδεικνύει ότι πρόκειται για χώρο διαφορετικής λειτουργίας και χρήσης. Αντίστοιχα δύο μικροί θησαυροί χάλκινων νομισμάτων Φιλίππου Β βρέθηκαν τοποθετημένοι στα θεμέλια του τοίχου 41 ο ένας από τους οποίους μέσα σε μικρό λύχνο.

Σε κοντινή απόσταση και ΒΑ των κλιβάνων εντοπίστηκε και ανασκάφτηκε αβαθής λάκκος με χρηστική κεραμική [ιδιαίτερο έυρημα το άνω μέρος ερυθρόμορφης πελίκης].

 

29. Όρυγμα-λάκκος αμφορέων [Α2]

Εντοπίστηκε στα ΒΑ των κλιβάνων ‘Α’ και ‘Β’. Είναι επιμήκης με κατεύθυνση Ν.ΝΔ-Β.ΒΔ καλύπτοντας μήκος 30μ., πλάτος 2μ. και βάθος 0,20μ. έως 0,40μ. Το νότιο πέρας του δεν εντοπίστηκε αλλά συνεχίζει στη Ν. παρειά της ανασκαφής, ενώ στα ΒΔ φαίνεται να σταματά λίγο πριν από το πηγάδι. Σφραγίζεται από το στρώμα Ε4 αλλά και από τα οικοδομικά στοιχεία της φάσης 3β (τοίχους, δάπεδα, εστίες) και ανοίγεται μέσα στα στρώματα Ε5, Ε6 μαύρο και Ε6 ερυθροκάστανο. Η κοίτη του διαμορφώνεται από κάθετα τοιχώματα και πυθμένα με στρωμένους μικρούς αργόλιθους. Τεράστια ποσότητα οστράκων κυρίως από μεταφορικά αλλά και αποθηκευτικά και χυτροειδή αγγεία αποτελούν το περιεχόμενό του. Η πλειονότητα των οστράκων αφορούν οξυπύθμενους εμπορικούς αμφορείς. Η απόθεση των αγγείων διακόπτονταν από δύο επάλληλες στρώσεις άμμου. Η επιφάνειά του σκεπάζονταν από πυκνό στρώμα πηλοχώματος. Ο λάκκος αυτός φαίνεται να ορίζει τον εργαστηριακό χώρο των κλιβάνων στα Α και στα Β. Η πορεία του συνευθειάζει με τις κλίσεις του εδάφους.

30. Πηγάδι [Α2]

Κάτω από το δάπεδο της πρώιμης ελληνιστικής φάσης 3β και ΝΑ του κτηρίου Θ που ένα μέρος του κατασκευάζεται στην κλασσική φάση Ε4 και επαναλειτουργεί στην 3β, βρέθηκε πηγάδι διαμέτρου 1,20μ.

 Είναι κατασκευασμένο μέσα στα στρώματα Ε6 ερυθροκάστανο και ερυθρά και επενδύεται εσωτερικά (σε όλο το βάθος που ανασκάφτηκε) με κεραμικούς δακτύλιους ύψους 0,50μ. και εσωτερικής διαμέτρου 0,80μ. Καθένας από τους δακτύλιους φέρει δύο αντοπά οπαία ανοίγματα. Το κενό μεταξύ του λάκκου και των τοιχωμάτων του γεμίζεται από αργόλιθους. Ο υδροφόρος ορίζοντας εντοπίστηκε στα 2μ. από την επιφάνεια της θάλασσας. Ανασκάφτηκε μόλις σε βάθος 1,5μ. Από το εσωτερικό του ανασύρθηκε θραύσμα πώματος κυκλικής διατομής που ίσως κάλυπτε το στόμιο του πηγαδιού. Πολλά θραύσματα των δακτυλίων, αργόλιθοι και κεραμική βρέθηκαν στο εσωτερικό του.

 

31. Κτήριο Ι [Σ2]


Το κτήριο Ι θεμελιώνεται μέσα στο στρώμα Θ1 ενώ η λειτουργία και η πρώτη καταστροφή του αναγνωρίζονται στον ορίζοντα της λιθόστρωσης και στο στρώμα της πεσμένης στέγης και ανωδομής του Θ.

Το στρώμα της στέγης αποτελούνταν από καλυπτήρες κεράμους λακωνικού τύπου. Πυκνό και με αρκετές ακέραιες κεραμίδες στο εσωτερικό των χώρων και σποραδικό στο εξωτερικό του.

Τα κινητά ευρήματα του στρώματος αφορούν κυρίως θραύσματα  πίθων και σκευών οικοτεχνικής δραστηριότητας και όστρακα οξυπύθμενων εμπορικών αμφορέων και λοιπών μεταφορικών αγγείων.

 
32. Κλίβανος  [Σ2]

Στο νότιο άκρο του ανασκαφικού χώρου εντοπίστηκε σε αρκετά καλή κατάσταση διατήρησης ένας κυκλικού σχήματος κεραμευτικός κλίβανος, πάνω σε τμήμα του οποίου θεμελιώνεται ο ελληνιστικός τοίχος Τχ 61.

Τα κατασκευαστικά στοιχεία και ο προσανατολισμός του είναι ανάλογα με αυτά των κλιβάνων που αποκαλύφθηκαν στην Κρανιά Α1 και Α2, με τους οποίους είναι σύγχρονος.

Πρόκειται για διόρωφη κατασκευή που σώζει τμήμα της εσχάρας και της θόλου του πάνω ορόφου, ενώ ακέραια διατηρούνται ο υπόγειος θάλαμος θέρμανσης, το στόμιο πυροδότησης στα ΒΔ και ο λάκκος τροφοδοσίας που ανοίγεται διαδιχικά της εισόδου.

Ο θάλαμος θέρμανσης έχει λακκοειδές σχήμα με μειούμενο πλάτος προς τα κάτω, ύψος 0,85μ. και μέγιστη διάμετρο 1,70μ. Τα τοιχώματα και ο πυθμένας του επενδύονται με πηλό πάχους ±0,05μ., ενώ φέρει κεντρικό πεσσόμορφο στήριγμα της εσχάρας από επάλληλες σειρές οριζόντιων κεραμίδων και πλίνθων. Η εσχάρα αποτελεί το διάτρητο δάπεδο του άνω ορόφου και περιμετρικά διαμορφώνει χαμηλό περιχείλωμα για την καλύτερη προσαρμογή της θόλου. Συνίσταται επίσης από πηλό πάχους 0,06μ. έως 0,09μ. και φέρει διαμπερείς οπές, όπως επιβεβαιώνουν τα θραύσματα που κατέπεσαν στον υπόγειο θάλαμο. Ο θάλαμος όπτησης οριοθετείται περιμετρικά από δύο επάλληλες οριζόντιες στρώσεις πλίνθων με κοίλα εσωτερικά μέτωπα για την υποδοχή της θόλου που ορίζονται εξωτερικά από σειρά αδροδουλεμένων λίθων.

ΒΔ του θαλάμου και με συνεχές περίγραμμα διαμορφώνεται το στόμιο πυροδότησης, το οποίο έχει μορφή προστομιαίου δρόμου μήκους 1,10μ. και πλάτους 0,70μ. Τα τοιχώματά του επενδύονται με πηλό και είναι έντονα υαλοποιημένα, λόγω της υψηλής θερμοκρασίας κατά την διαδικασία όπτησης. Η είσοδος του θαλάμου στεγαζόταν πιθανότατα με καμάρα, όπως υποδεικνύεται από την φορά πτώσης του υλικού.

Ακολούθως διαμορφώνεται ο λάκκος τροφοδοσίας της καύσιμης ύλης που έχει ημικυκλικό περίγραμμα και μέγιστη διάμετρο 1,90μ, ο οποίος έχει κατασκάψει τα υποκείμενα στρώματα Θ1,Ι και Ι1. Οι διαστάσεις του κλιβάνου και το περιεχόμενό του, που αντιπροσωπεύεται σχεδόν αποκλειστικά από θραύσματα κεραμικής και κυρίως αμφορέων, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για κλίβανο όπτησης χρηστικών αγγείων.

 

3β.Πρώιμη Κλασσική Φάση

33. Ανατολικές βεράντες»(κτήριο β) [Α1]

Επίχωση τα στρώματα Ε5 και 5β, ορίζοντας χρήσης?  Στις «Ανατολικές Βεράντες»-κτήριο Β δεν διαπιστώθηκε οικοδομική φάση, υπήρχε ωστόσο η επίχωση 5β.

Ανακάφηκε από την ΙΣΤ Εφορεία Εντοπίστηκε μεγάλο στρώμα καταστροφής εξω από τις «Ανατολικές Βεράντες»-κτήριο Β. Η κάτοψη είναι ασαφής. Το κεντρικό τμήμα του νεώτερου προϊστορικού περιβόλου χρησιμοποιήθηκε σίγουρα σε αυτή τη φάση, δεδομένου ότι είχε καθαρίσει από το στρώμα 6β και καλύπτονταν από το πρώιμο στρώμα καταστροφής [και με πλιθιά].  Τα πολύ κατεστραμμένα θεμέλια έξω από τις «Ανατολικές Βεράντες»-κτήριοΒ σχετίζονται με αυτή τη φάση.  Χαρακτηριστικό είναι επίσης ότι και οι κατασκευές επί του λόφου που ανασκάφηκαν από την 9η ΕΒΑ στοιχίζονται με την πρώιμη φάση. 

Χαρακτηριστικό είναι επίσης ότι το θεμέλιο της επόμενης φάσης πατάει επάνω στο  στρώμα καταστροφής αυτής της φάσης, με συνέπεια τα δύο κλασσικά στρώματα καταστροφής να εφάπτονται.  Παραμένουν να διερευνηθούν αρχιτεκτονικά στις κατόψεις και οι σκούροι λεκέδες που πιθανόν σχετίζονται με πασσαλότρυπες.

 
34. Κυκλική κατασκευή [Α1]

Διαμέτρου 1.80μ.. Είναι χτισμένη με αργόλιθους σε μία σειρά, με συνδετικό υλικό λάσπη, που σώζεται στο ύψος τριών-τεσσάρων δόμων. Από το εσωτερικό του αφαιρέθηκε παχύ στρώμα καταστροφής που περιείχε θραύσματα πηλοσωλήνων [υποστατών], οι οποίοι εντοπίστηκαν και έξω από αυτή, τμήματα πιθαριών και πιθοειδών λεκανών, κεραμίδων, αμφορέων, δύο αγνύθες, πλινθιά και τμήματα σκύφου τύπου bolsal. Μετά την αφαίρεση του στρώματος καταστροφής από το εσωτερικό και πριν την αποκάλυψη του δαπέδου, εντοπίστηκαν επίσης πηλοσωλήνες σπασμένοι και άτακτα τοποθετημένοι. Το δάπεδό ήταν στρωμένο με πλακαρές πέτρες εκτός από το κέντρο που καταλαμβάνεται από ένα πήλινο δίσκο με διαμπερή οπή στο κέντρο [χώρος τροχού κεραμέα?]. Βόρεια και σε επαφή μ’ αυτή ανασκάφτηκε πρωιμότερη κυκλική κατασκευή, που σώζεται κατά το ήμισυ και καταργείται από τη νεότερη.

 
35. Ημιυπόγειος αποθηκευτικός χώρος [Α1]

 

Σχήματος ορθογωνίου στην κάτοψη, ανοίγεται στον ορίζοντα χρήσης του Ε5 και διαταράσσει τρία γεωμετρικά στρώματα, συγκεκριμένα το Δάπεδο 6, το Ε6 – ερυθρό 1 και το Ε6 - ερυθρό με πέτρες και χαλίκι. Μέσα σε αυτό το χώρο βρέθηκαν 54 συνολικά οξυπύθμενοι εμπορικοί αμφορείς του ίδιου τύπου τοποθετημένοι σε σειρές καταλαμβάνοντας τις τρεις πλευρές του χώρου, αφήνοντας ελεύθερη την ανατολική. Καλύπτονταν με λιθορριππή πάχους 0,20 έως 0,30μ.

 
36. Αποθέτης [Α1] 

Σε βάθος 4,40μ. – 4,30μ. στο κεντρικό τμήμα του τετραγώνου Ζ3. Βρίσκεται σε επαφή με τις δύο κυκλικές κατασκευές που εντοπίστηκαν στο κλασικό στρώμα του 5ου αι. π.Χ.  Η συνολική διάμετρος καταλαμβάνει τμήμα κάτοψης 1,20-1,40μ..

Η σύσταση του χώματος που αφαιρέθηκε από τον αποθέτη είναι κίτρινο αργιλώδες με αυξημένο βαθμό υγρασίας. Βαθύτερα (3,50μ.) το χώμα λαμβάνει περισσότερο ερυθρή απόχρωση. Σε υψόμετρο 2.00μ. η παρουσία των υπογείων ρευμάτων διατάραξε τις ανασκαφικές συνθήκες που συνεχίστηκαν μέχρι 1.00μ. από το υψόμετρο της θάλασσας.   Η ελαχιστοποίηση της κεραμικής σε συνδιασμό με την παρουσία των υπόγειων ποταμών οδήγησε στην παύση των ανασκαφικών εργασιών του αποθέτη.

Περισυλλέχθηκε μεγάλη  ποσότητα αβαφούς κυρίως κεραμικής. Τα ελάχιστα δείγματα μελαμβαφών αγγείων επιτρέπουν μία πρώτη εκτίμηση στο β΄μισό του 5ου π. χ.

37. Κτήριο Ζ [Α2]

 ΝΑ της περιοχής των κλιβάνων αποκαλύφθηκε τμήμα τετράπλευρου χώρου διαστάσεων 4Χ3,5μ. με προσανατολισμό ΒΑ-ΝΔ (ο ίδιος άξονας με την ύστερη κλασσική). Πρόκειται για την πρώτη σειρά θεμελίωσης των τοίχων μέσα στο γεωμετρικό στρώμα Ε6 μαύρο (φωτο 71). Terminuspost, για το κτήριο, αποτελεί το τέλος του γεωμετρικού στρώματος Ε6 μαύρο και terminusante, η αρχή του κτηρίου Η με τον κλίβανο.

38. Στρώμα καταστροφής/στρώμα Ι [Σ2]

Στην ανατολική παρειά του Σ2 (Το Ι/Τε Η7) ανασκάφηκε τοπικό στρώμα καταστροφής που αποτελούνταν κυρίως από κεραμικά, λίγες κεραμίδες, έντονα ίχνη φωτιάς και απανθρακωμένα γίγαρτα. Η πλειοψηφία των οστράκων αφορούσε αμφορείς και λιγότερα μελαμβαφή επιτραπέζια αγγεία της πρώιμης κλασσικής περιόδου. Πιθανότατα πρόκειται για το στρώμα Ε5 της Κρανιάς Α1, Α2.

39. Περίβολος και πήλινο δάπεδο/στρώμα Ι1 [Σ2]

Σε αυτό το στρώμα φαίνεται να χρησιμοποιείται εάν όχι ολόκληρος τουλάχιστον το βόρειο τμήμα του περιβόλου. Αυτό αποδεικνύεται από το περιεχόμενο  της ανωδομής του αλλά και το γεγονός ότι το στρώμα Ι1 κάλυπτε όλο το βόρειο τμήμα του. Μέρος της πεσμένης λιθοδομής του περιλαμβάνει θραύσματα κεραμίδων, πλιθιών και κεραμικής. Μικρό τμήμα δαπέδου που δεν ορίζεται από οικοδομικά στοιχεία εντοπίστηκε στο τετράγωνο (Το.Ι\Τε.51Α). Διαμορφώνεται από ξανθό πατημένο πηλόχωμα και καλύπτονταν από έντονη καύση, που απέδωσε ελάχιστη κεραμική.

 

5.Αρχαϊκή φάση
40. Αρχαϊκό νεκροταφείο [Α2]

Η περιοχή κατά τον 6ου αιώνα φαίνεται να εγκαταλείφθηκε και να λειτούργησε ως νεκροταφείο. Δεν βρέθηκαν επιχώσεις αυτής της περιόδου αλλά αντιθέτως ανασκάφτηκαν τέσσερις ταφές οι οποίες με βάση τα ευρήματα χρονολογούνται στον 6ο αι.π.Χ. Συγκεκριμένα δύο ελεύθερες παιδικές ταφές, η μία κτερισμένη με σιδερένιο εγχειρίδιο (φωτο 106α) και σιδερένιο ενώτιο και ένας εγχυτρισμός  σε μελαμβαφή κιονωτό κρατήρα  με κτερίσματα ένα γκρίζο αβαφές εξάλειπτρο) και μία κοτύλη. Ο τέταρτος τάφος αφορά ενταφιασμό ενήλικα πιθανότατα γυναίκας. Συνοδευόταν από κτερίσματα δύο κοτυλών, κοσμήματα όπως τρεις χάντρες (δύο γυάλινες και μία οστέινη) περιδεραίου, δύο οστέινες περόνες με σιδερένιο στέλεχος και χάλκινο δακτυλίδι. Ο σκελετός φαίνεται ότι ήταν τοποθετημένος μέσα σε ξύλινη κάσσα της οποίας εντοπίστηκαν υπολείμματα.

 

 

Σημειώσεις


 

[1] Το κτήριο ορίζουν ο τοίχος ΤΒ, κατεύθυνσης ΝΑ-ΒΔ και συνολικού μήκους στην Κρανιά Α1: 11,30μ. Πάνω του απολήγουν με οξείες και αμβλείες γωνίες οι τοίχοι ΤΓ, ΤΑ, ΤΕ. Οι τοίχοι ΤΑ και ΤΓ είναι παράλληλοι μεταξύ τους και έχουν κατεύθυνση ΝΔ-ΒΑ, ενώ ο τοίχος ΤΕ ακολουθεί κατεύθυνση ΒΑ-ΝΑ. Το συνολικό μήκος του ΤΓ είναι 5,80μ. και σώζεται σε ύψος 1,10μ. Το μήκος που σώζεται ο ΤΑ υπολογίζεται στα 2,00μ. ενώ ο ΤΕ σώζεται σε μήκος1,50μ. Το πλάτος του θεμελίου φτάνει στα 0,80μ., ενώ η ανωδομή του περιορίζεται στα 0,60μ. Ο τοίχος ΤΔ πλάτους 0,60μ. και μήκους 2,60μ. είναι κτισμένος πάνω στο φυσικό βράχο. Σώζεται σε ύψος 0,70μ. στα Δ., ενώ στο Α. του πέρας 0,35μ.