Ντουβάρι

Ντουβάρι

 

 

ΝΤΟΥΒΑΡΙ  Ι

Η θέση Ντουβάρι Ι, βρίσκεται στη Χ.Θ 7+750 - 7+850, όπου διαφαίνονταν ογκόλιθοι, θραύσματα κεραμίδων και κεραμική.  Παλιότερη  ένδειξη για την πιθανή ύπαρξη αρχαιοτήτων ήταν η ονομασία της περιοχής ως "Ντουβάρι",  Οι ανασκαφικές εργασίες ξεκίνησαν τον Ιούνιο του 1997, στη συνέχεια διακόπηκαν με απόφαση της αναδόχου εταιρείας και ολοκληρώθηκαν στα μέσα Οκτωβρίου του 1999.

 

ΣΤΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΤΡΩΜΑ «ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΟ»: Καστανόγκριζο, αμμώδες με χαλαρή υφή.   Σε όλη την έκταση του ανασκαφικού τομέα με πάχος 0.10μ. Ελάχιστα όστρακα και λίγα θραύσματα κεραμίδων.

 

Β' ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΗ ΦΑΣΗ

ΣΤΡΩΜΑ1: Αργιλώδους σύστασης, ανοιχτόχρωμης γκριζωπής απόχρωσης. Αρκετά σκληρό, μικρή περιεκτικότητα σε λίθους μικρού μεγέθους και θραύσματα κεραμίδων. Επίχωση του στρώματος καταστροφής 1 σε όλη την επιφάνεια του τομέα. Στρώμα   οριστικής εγκατάλειψης του χώρου.

 

ΣΤΡΩΜΑ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ 1: Αμέσως μετά το στρώμα 1. Οραύσματα κεραμιδιών λακωνικού τύπου, διαλυμένα πλιθιά και μικροί αργόλιθοι. Τμηματικά σε όλους τους υποτομείς με κύριο χαρακτηριστικό την σποραδικότητα και την αποσπασματικότητα με εξαίρεση το εσωτερικό του κτιρίου Α των τετραγώνων 47Β - 46 Α. Σε παράλληλη σχέση, ακατέργαστοι αργόλιθοι εξαιρετικά μεγάλου μεγέθους (ολισθόλιθοι - χείμαρρος 1).

 

Α' ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΗ ΦΑΣΗ

ΣΤΡΩΜΑ 2: Στρώμα αργιλώδους, σύστασης και ανοιχτόχρωμης καστανής (κιτρινωπής) απόχρωσης. Εξαιρετικά σκληρό και αρκετά καθαρό ως προς τη σύσταση. Κατά κύριο λόγο θραύσματα διαλυμένων πλιθιών και λιγοστά όστρακα. Επίχωση του στρώματος καταστροφής 2 και καταστροφή της πλίνθινης ανωδομής του κτηρίου. Σημειωτέον ότι πλιθιά που βρέθηκαν ακέραια στο στρώμα καταστροφής 2 προσιδιάζουν ως προς την απόχρωση και υφή με το στρώμα 2.

 

ΣΤΡΩΜΑ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ 2: Αμέσως μετά το στρώμα 2. Εκτεταμένο στρώμα  καταστροφής κεραμίδων στέγης που εκτείνεται στο βόρειο τμήμα του ανασκαφικού χώρου και στον άξονα του κτιρίου Α μέχρι τα όρια του δρόμου (Δ®Α). Δοκιμαστικές  τομές πλάτους 1,00μ. περιμετρικά του κτηρίου, έδειχναν με σαφήνεια την επέκταση του στρώματος στα δυτικά του ανασκαφικού χώρου εκτός ορίων της απαλλοτριωμένης ζώνης.

 

ΣΤΡΩΜΑ 2α: Μετά το στρώμα καταστροφής 2. Χώμα σκουρόχρωμης καστανής απόχρωσης και αργιλώδους σύστασης με έντονα ίχνη καύσης και μικρή περιεκτικότητα σε πολύ ψιλό χαλίκι και λεπτόκοκκη άμμο.

 

ΣΤΡΩΜΑ 3: Χώμα αργιλώδους σύστασης και καστανέρυθρης απόχρωσης τμηματικά στο βόρειο τμήμα του ανασκαφικού χώρου, αναμεμειγμένο με αποθέσεις του χειμάρρου που ακολουθούν. Λιγοστά θραύσματα κεραμιδιών και κάποια όστρακα από αβαφή αγγεία κάνουν δυνατό το διαχωρισμό του στρώματος από την άμμο του χειμάρρου.

 

ΧΕΙΜΑΡΡΟΣ 2: Συμβατικά   ορίζονται όλες οι αποθέσεις του χειμάρρου που προηγούνται χρονικά των στρωμάτων που προαναφέρθηκαν. Διακρίνεται από τον χείμαρρο 1 (ολισθόλιθοι), που θεωρείται υπεύθυνο για την οριστική καταστροφή των οικοδομικών στοιχείων του χώρου.

Βόρεια και νότια του οροθετημένου κανάβου διεξήχθησαν δοκιμαστικές τομές πλάτους 5 και μήκους 30μ. με σκαπτικό μηχάνημα: διαδοχικές αποθέσεις λεπτόκοκκης  άμμου που εναλλάσσονταν με αποθέσεις από μεγάλους λίθους και χαλίκια σε βάθος 2,00μ. περίπου.   Σε συνδυασμό με ανάλογη δοκιμαστική τομή βάθους 6,00μ. που έγινε στο Ντουβάρι ΙΙ θεωρήθηκαν ικανό/εφικτό  όριο στρωματογραφικής έρευνας, από τον φορέα κατασκευής του έργου, τουλάχιστον.

 

ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΑ ΚΑΤΑΛΟΙΠΑ

Τα  οικοδομικά κατάλοιπα στη θέση "Ντουβάρι Ι" περιορίζονταν στο Β. - ΒΔ. τμήμα του ανασκαφικού χώρου. Τοίχοι που αποκαλύφθηκαν στο Δ. τμήμα του ανασκαφικού τομέα εκτείνονταν εκτός των ορίων της απαλλοτριωμένης ζώνης της σιδηροδρομικής γραμμής, αλλά εντός των ορίων του υπό σχεδίαση παρακείμενου δρόμου και δυτικότερα.

Συγκεκριμένα εντοπίστηκαν τρεις τοίχοι που ορίζουν ορθογώνιας κάτοψης κτήριο στα τετράγωνα 46 Α και 47 Β και δύο ανεξάρτητα τμήματα τοίχων, που δεν συνδέονται μεταξύ τους, στα τετράγωνο 56 Α και 56 Β. Η αναγνώριση δύο στρωμάτων καταστροφής κεραμίδων στέγης με σαφή χρονολογική διάκριση των κινητών ευρημάτων υποδεικνύει την ύπαρξη δύο επάλληλων οικοδομικών φάσεων, στοιχείο που ενισχύεται και από τον τρόπο κατασκευής και θεμελίωσης των τοίχων.

 

Α' ΦΑΣΗ

 

 

 

Στην αρχαιότερη φάση ανήκουν ο βόρειος και ο δυτικός τοίχος που γωνιάζουν μεταξύ τους, ΤΓ και ΤΒ αντίστοιχα, καθώς και μια μεσοτοιχία, ΤΔ, παράλληλη προς τον ΤΒ και σε απόσταση 2,60μ. Οι τοίχοι σώζονταν σε μήκος 4,80μ. ο ΤΓ, 5,00μ. ο ΤΒ και 3,50μ. ο ΤΔ .    Το θεμέλιο των τοίχων ήταν  αργολιθοδομή από κροκαλοπαγείς και ημικατεργασμένους λίθους και συνδετικό υλικό λασπόχωμα, ενώ το πλήθος των ακέραιων και διαλυμένων πλιθιών που βρέθηκαν στο στρώμα καταστροφής υποδηλώνουν πλίνθινη ανωδομή. Το κτήριο είχε καταστραφεί προς Ν και Α και είναι αδύνατη η ταύτιση της συνολικής του κάτοψης. Η αποκάλυψη της μεσοτοιχίας βεβαιώνει την ύπαρξη δύο τουλάχιστον χώρων. Δεδομένου ότι το στρώμα καταστροφής της φάσης εκτείνεται στον άξονα του κτηρίου με προσανατολισμό Δ®Α, και δεδομένης της αντίστοιχης διάταξης των πιθαριών που αποκαλύφθηκαν insitu, φαίνεται ότι το κτήριο και οι λειτουργικοί χώροι που το πλαισίωναν, ακολουθούσαν  τον αυτό προσανατολισμό.

Το στρώμα της πεσμένης στέγης αποτελούσαν θραύσματα στρωτήρων και καλυπτήρων κεράμων λακωνικού τύπου οι περισσότερες από τις οποίες έφεραν ίχνη από ερυθροκάστανο επίχρισμα και χαρακτηριστικά αποτυπώματα (“δακτυλιές”).  Μοναδικό ήταν ένα θραύσμα στρωτήρα κεράμου από το εσωτερικό του κτηρίου με σφράγισμα (ρόδακας).  Δεν βρέθηκαν στοιχεία από το ξύλινο τμήμα της στέγης και τη δόρωση αλλά βεβαιώνεται από μεγάλο αριθμό σιδερένιων καρφιών και αμφίκαρφων.

Ανάμεσα στα κεραμίδια βρέθηκαν πολλά θραύσματα πιθαριών, αρκετά από τα οποία με  μολύβδινους συνδέσμους.  Ένα σχεδόν ακέραιο πιθάρι αλλά  και η μεγάλη συγκέντρωση σε διάφορα σημεία αξιόλογων σε μέγεθος θραυσμάτων πίθων που βρέθηκαν κάτω απ΄ το στρώμα καταστροφής, δίνουν στοιχεία για την πιθανή χρήση του χώρου. Στο εσωτερικό του ακέραιου πίθου βρέθηκαν πεσμένα πλιθιά μοναδικό στοιχείο για την ύπαρξη τοίχων και στο δυτικό τμήμα του στρώματος καταστροφής.  Η μελέτη του χώματος από το εσωτερικό και τον περιβάλλοντα χώρο των πιθαριών - που έγινε από τη συνάδερφο Ε.Μαργαρίτη -  απέδωσε μεγάλο αριθμό  γιγάρτων.  Σε συνδυασμό με κάποια εργαλεία, όπως δύο αιχμές από σιδερένια δρεπανόσχημα εγχειρίδια και θραύσματα από πήλινο ηθμό μεγάλου μεγέθους, υποδεικνύουν ότι η χρήση του χώρου σχετίζεται με την άμπελο (κρασί), όπως στο γειτονικό Κομπολόι, με το οποίο δεν αποκλείεται να αποτελεί ένα ενιαίο αγρόκτημα / συγκρότημα.   Η μικρή ποσότητα κεραμικής οικιακής χρήσης, σε σύγκριση με την πληθώρα οστράκων αμφορέων φαίνεται να συμφωνεί με την παραπάνω άποψη.

 

Β' ΦΑΣΗ

 

 

Την καταστροφή της πρώτης φάσης ακολούθησε άμεση ανοικοδόμηση του κτηρίου με σχετική διαφοροποίηση της κάτοψης. Η κατασκευή των τοίχων - όπως και στην προηγούμενη φάση – ήταν με λίθινο θεμέλιο από αργολιθοδομή (ημικατεργασμένοι αργόλιθοι και κροκαλοπαγείς λίθοι),  συνδετικό υλικό λασπάχωμα και πλίνθινη ανωδομή.  Ο βόρειος και ο δυτικός τοίχος (ΤΓ και ΤΒ)* ανοικοδομήθηκαν και επαναλειτούργησαν ενώ προστέθηκε ένας ακόμη τοίχος νότια (ΤΑ) που σχημάτιζε γωνία με τον ΤΒ και ήταν παράλληλος με τον ΤΓ σε απόσταση 3.50μ . (Μήκος ΤΑ:6,10μ., ΤΒ:5,00μ., ΤΓ:4,80μ.,   Πλάτος:    0,50μ.,   Υψος:  ΤΑ:0,28μ., ΤΒ:0,70-0,20μ., ΤΓ:0,88-0,18)  Η μεσοτοιχία (ΤΔ) καταργήθηκε οριστικά ενώ συμπληρώθηκε στη ΒΔ γωνία μία εστία από μικρούς αργόλιθους σε δύο σειρές* (Η μεσοτοιχία καλυπτόταν από το αρχαιότερο στρώμα καταστροφής (2) και δεν ανοικοδομήθηκε ενώ η εστία κατασκευάσθηκε εξολοκλήρου πάνω στο ίδιο στρώμα.)

 

Διαφορφώθηκε ενιαίος χώρος κατεύθυνσης Δ®Α, η ανατολική απόληξη του οποίου καταστράφηκε πιθανότατα από τις εργασίες αποχωμάτωσης που διεξήχθησαν χωρίς παρακολούθηση. Σημειώνεται ότι ανατολικά του τοίχου ΤΓ και σε απόσταση 5,00μ. εντοπίστηκαν λίθοι σε ευθεία που θα μπορούσαν να αποτελούν υπολείμματα/συνέχεια του τοίχου. Εσωτερικά του κτηρίου και κοντά στην εστία αποκαλύφθηκαν πλακαροί λίθοι.  Στην ίδια φάση ανήκουν δύο τμήματα τοίχων στο ΝΔ τμήμα του τομέα που σώζονταν αποσπασματικά.  Πρόκειται για τους τοίχους ΤΕ και ΤΖ* που θεμελιώνονταν στο αρχαιότερο στρώμα καταστροφής(2).  Ο ΤΕ σωζόταν σε μήκος 6,20μ. ακολουθώντας καμπύλη κατεύθυνση (Β®Ν) ενώ ενσωμάτωσε στην τοιχοποιία του μεγάλο ογκόλιθο που μάλλον προήλθε από την αρχαιότερη απόθεση του χειμάρρου.  Ο ΤΖ αποκαλύφθηκε σε μικρό τμήμα (Μ 2,80μ.) και δείχνει πιθανή συνέχεια προς τα δυτικά όπου δεν συνεχίστηκε η ανασκαφή. Το τοιχάκι αυτό βρισκόταν σε απόσταση 9,70μ. από το κτήριο και ήταν παράλληλο με τους τοίχους ΤΑ και ΤΓ. Ισως αποτελούσε μέρος της ίδιας ή ανάλογης κατασκευής της αυτής κατεύθυνσης (Δ®Α).

 

Η οριστική καταστροφή των οικοδομημάτων φαίνεται να προήλθε από μεγάλη φυσική καταστροφή που βεβαιώνεται από το σαρωτικό πέρασμα και την απόθεση μεγάλων ογκόλιθων (ολισθόλιθων), από τις πλαγιές του Ολύμπου. Ισως αυτό να εξηγεί τη διασπορά και την αποσπασματικότητα του στρώματος καταστροφής της στέγης αλλά και της ανωδομής των κτηρίων. Θραύσματα από κεραμίδια, πλιθιά και μικρού μεγέθους αργόλιθοι έχουν διασπαρεί με αραιή διάταξη σε όλον τον ανασκαφικό χώρο.  Αξίζει  να σημειωθεί ότι ολισθόλιθοι χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή μεγάλων περιβόλων που εντοπίστηκαν στην περιοχή (βλ. τοπωνύμιο Ντουβάρι) με πλάτος 1,50μ. εως και  3,60μ. (Δίαγροι - Δίαργοι).

 

 

 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

 

 

Α' ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΗ ΦΑΣΗ

Στρώμα 2

Βρέθηκαν δύο αταύτιστα χάλκινα νομίσματα

Στρώμα καταστροφής 2

Βρέθηκαν συνολικά 15 χάλκινα νομίσματα. Ενα απ’ αυτά είναι αδιάγνωστο λόγω διάβρωσης (Α/Α 21) και έξι αταύτιστα. Απ’ αυτά το Α/Α2 και Α/Α7 έχουν ίδιο εμπροσθότυπο και οπισθότυπο, όπως και το Α/Α8, το οποίο όμως φέρει επιγραφή Β/Α. Τα υπόλοιπα (Α/Α 4,5,6,17) σώζουν μόνο ίδιο οπισθότυπο.

Πέντε χάλκινα νομίσματα (εικ. 55,56. Α/Α 13), χρονολογούνται με βεβαιότητα στα χρόνια του Δημητρίου Πολιορκητή, 294 - 287 π.Χ (βλ κατάλογο Α/Α 3,9,10.13.15).

Ενα νόμισμα ανήκει στην εποχή της βασιλείας του Κασσάνδρου μετά το 306 π.Χ. (Α/Α1)

Το πρωιμότερο νόμισμα του στρώματος, είναι και το μοναδικό Θεσσαλικό. Φάλαννα, 400 - 344π. (βλ Α/Α 22)

Στρώμα 3

Βρέθηκε ένα χάλκινο νόμισμα (Α/Α 20) το οποίο αποδίδουμε με επιφύλαξη στα χρόνια της βασιλείας του Φιλίππου Β' (359 - 336 π.)

 

Β' ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΗ ΦΑΣΗ

Στρώμα καταστροφής 1

Βρέθηκαν τέσσερα χάλκινα νομίσματα της ελληνιστική περιόδου. Τρία απ’ αυτά είναι αταύτιστα , ενώ το τέταρτο είναι ίσως αυτόνομης κοπής στα χρόνια του Φιλίππου Ε και Περσέα, 185 - 168 π.Χ.  (βλ. Α /Α 11, 12, 18, 19).

 

ΜΙΚΡΟΕΥΡΗΜΑΤΑ  ΑΝΑ ΣΤΡΩΜΑ

ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΟ: Από την επιφανειακή επίχωση συλλέχθηκαν σύγχρονα χρηστικά αντικείμενα, μολύβδινοι σύνδεσμοι πίθων, λιγοστά χάλκινα και σιδερένια καρφιά και εργαλεία.

Τα χάλκινα καρφιά, διακρίνονται σε δύο τύπου, με στελέχη κυκλικής και τετράγωνης διατομής ενώ σε ένα σώζεται κυκλική πεπλατυσμένη κεφαλή. Περισσότερα σε ποσότητα τα σιδερένια καρφιά  διακρίνονται σε πέντε τύπους. Τα περισσότερα φέρουν κυκλική πεπλατυσμένη κεφαλή με τετράγωνης ή κυκλικής διατομής στέλεχος, ακολουθούν καρφιά με τριγωνική κεφαλή, αμφίκαρφα, ακέφαλα και ένα σε σχήμα Ταυ

Βρέθηκαν επίσης θραύσματα από δύο σιδερένιο εγχειρίδια και δύο σεδερένιοι κρίκοι, ο ένας με δύο αποφύσεις (πιθανόν μέρος κλειδαριάς)

 

Α' ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΗ ΦΑΣΗ

Στρώμα 2: Μολύβδινα, χάλκινα και σιδερένια μικροευρήματα συγκενρτώθηκαν και από το στρώμα 2.  Τα μολύβδινα αφορούν κατά αποκλειστικότητα συνδέσμους πιθαριών, ενώ βρέθηκαν  σιδερένια καρφιά δύο τύπων. Στέλεχος ορθογώνιας διατομής αποτελεί το μοναδικό χάλκινο εύρημα .Τα καρφιά φέρουν κυκλική κεφαλή και στέλεχος κυκλικής και τετράγωνης διατομής ενώ ξεχωρίζει ένα με τετράγωνη κεφαλή και τετράγωνης διατομής στέλεχος. Τέλος βρέθηκε τμήμα σιδερένιου κλειδιού, ομηρικού τύπου.

Στρώμα 2 καταστροφής: Από το στρώμα καταστροφής 2 συγκεντρώθηκε επίσης μεγάλη ποσότητα μολύβδινων συνδέσμων, ένα χάλκινο στέλεχος και ελάχιστα σιδερένια καρφιά διαφορετικών τύπων. Ξεχωριστό θεωρείται ένα σιδερένιο καρφί με κυκλική κεφαλή και στέλεχος τετράγωνης διατομής που απολήγει σε εγκάρσια απόφυση. Τα υπόλοιπα είναι σχήματος Ταυ με τετράγωνης διατομής στέλεχος, ένα με κυκλική πεπλατυσμένη κεφαλή και κυλινδρικό στέλεχος και ένα με ορθογώνια κυρτή κεφαλή και στέλεχος ορθογώνιας διατομής.

Τέλος βρέθηκε θραύσμα δρεπανόσχημου σιδερένιου εργαλείου και μια σιδερένια αιχμή βέλους.

Στρώμα 2α: Στο στρώμα 2α βρέθηκαν, ένας μολύβδινος σύνδεσμος και σιδερένια εργαλεία, εξαρτήματα και δύο καρφιά. Το ένα είναι σε σχήμα Ταυ με τετράγωνη διατομή ενώ το έτερο φέρει κυκλική κεφαλή και κυκλικής διατομής στέλεχος, μεγάλης διαμέτρου. Σημαντικά θεωρούνται ένα σιδερένιο άγκιστρο τετράγωνης διατομής και ένα σιδερένιο εξάρτημα ορθογώνιας διατομής σε σχήμα Π (επισπαστήρας).

 

Στρώμα 3:  Στο στρώμα 3 βρέθηκαν μόνο δύο θραύσματα μολύβδινου συνδέσμου.

 Τέλος μοναδικό εύρημα στις αποθέσεις του χειμάρρου αποτελεί σιδερένιο επίμηκες στέλεχος. Στο ένα άκρο διαμορφώνεται αιχμηρή απόληξη ενώ το δεύτερο είναι ελαφρώς κυρτό.

 

 

Β' ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΗ ΦΑΣΗ

Στρώμα : 1  Το στρώμα 1 έδωσε μεγάλη ποσότητα μικροευρημάτων, κυρίως μολύβδινους συνδέσμους και σιδερένια καρφιά.

Βρέθηκε ένα χάλκινο στέλεχος κυκλικής διατομής.

Τα σιδερένια καρφιά διακρίνονται σε πέντε τύπους. Τα περισσότερα είναι τετράγωνης διατομής σε σχήμα Ταυ και ακολουθούν τα αφμίκαρφα τετράγωνης διατομής. Ενώ βρέθηκαν δύο με τριγωνική κεφαλή και τετράγωνης διατομής στέλεχος, ένα ακέφαλο και δύο με κυκλική πεπλατυσμένη κεφαλή και στέλεχος τετράγωνης και κυκλικής διατομής αντίστοιχα.

Βρέθηκαν επίσης, ένα αδιάγνωστο σιδερένιο αντικείμενο από διπλό συνεστραμμένο στέλεχος που στο ένα άκρο σχηματιζει θηλιά και ένα σιδερένιο εργαλείο (καλέμι). Μιά σιδερένια αιχμή δόρατος αποτελεί το μοναδικό στοιχείο οπλισμού. Εξαιρετικό εύρημα θεωρείται λίθινο προϊστορικό εργαλείο, από πυριτολιθικό πέτρωμα (φολίδα).

Στρώμα καταστροφής 1: Το στρώμα καταστροφής 1, έδωσε λιγοστούς μολύβδινους συνδέσμους. δύο σιδερένια καρφιά τετράγωνης διατομής και μιά κεφαλή κυκλικής διατομής από σιδερένιο καρφί.

 

 

ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ

 Η φάση Α χρονολογείται στην πρώιμη Ελληνιστική περίοδο από τα τέλη του 4ου αιων π.Χ. και μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 3ου αι. π.Χ.

Το κτήριο iδρύεται πιθανόν στα χρόνια του Κασσάνδρου (317 - 297 π.Χ.). Ο θησαυρός των 8 χάλκινων νομισμάτων κοπής Δημητρίου Πολιορκητή (294-287 π.Χ.) που βρέθηκαν πάνω στο δάπεδο του κτηρίου, μπορεί να δώσει το terminuspostquem για τη χρήση του. Τα ανασκαφικά δεδομένα δεν δίνουν στοιχεία φυσικής καταστροφής του χώρου, που πιθανόν εγκαταλείπεται εξαιτίας των εκτεταμένων Γαλατικών επιδρομών.

Σχεδόν άμεσα το κτήριο επαναλειτουργεί με διάρκεια ζωής μέχρι τα μέσα του 2ου αιων. π.Χ. Τα κατάλοιπα της ανθρώπινης δραστηριότητας, όπως η κεραμική και τα νομίσματα (χάλκινο νόμισμα αυτόνομής κοπής Φιλίππου Ε'- Περσέα) φτάνουν μέχρι τα χρόνια της εισβολής των Ρωμαίων. Ωστόσο η κατάρρευση των οικοδομικών στοιχείων συνδέεται με τη μεγάλη φυσική καταστροφή (σεισμός - πλημμύρα) που καταμαρτυρείται στις αρχές του 1ου αιων. π.Χ. και ευθύνεται για την καταστροφή των γειτονικών Λειβήθρων και άλλων πόλεων της Μακεδονίας (Πέλλα, Θεσσαλονίκη).

Η χρονολογική διάκριση των φάσεων και η ερμηνεία τους, ως εγκαταστάσεις επεξεργασίας και αποθήκευσης αγροτικών προϊόντων, συμφωνεί με τη διάρκεια ζωής και τη χρήση των μεγάλων ελληνιστικών κτηρίων που αποκαλύφθηκαν στις θέσεις Κομπολόι και Τρία Πλατάνια.

 

 

 

 

ΝΤΟΥΒΑΡΙ ΙΙ

 

ΣΤΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ

 

ΣΤΡΩΜΑ ΜΠΑΖΩΝ: Σε όλη την έκταση του ανασκαφικού χώρου.  Προέκυψε από τις χωματουργικές εργασίες που πραγματοποίησαν τα σκαπτικά μηχανήματα των κατασκευαστικών εταιρειών χωρίς την έγκριση της αρμόδιας Εφορείας. Κατά τόπους η εκσκαφή προχώρησε σε βάθος, με συνέπεια την εκτεταμένη διατάραξη των αρχαιολογοκών στρωμάτων και του περιεχομένου τους.

ΣΤΡΩΜΑ 1«ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΌ»: Διατηρήθηκε  αποσπασματικά, όπου δεν είχε αφαιρεθεί από τα σκαπτικά μηχανήματα:  γκριζοκάστανο, αμμοαργιλώδες χώμα χαλαρής υφής. Πάχος περίπου 0,50 μ. χωρίς ευρήματα.

ΣΤΡΩΜΑ 1: Αργιλώδους σύστασης και ανοιχτόχρωμης καστανής (κιτρινωπής) απόχρωσης, σχετικά ομοιογενές και εξαιρετικά σκληρό, κάτω από το επιφανειακό στρώμα. Επίχωση του στρώματος καταστροφής,  μάλλον η καταστροφή της πλίνθινης ανωδομής του κτηρίου. Θραύσματα διαλυμένων πλιθιών και λιγοστή κεραμική.

ΣΤΡΩΜΑ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ: Αμέσως μετά το στρώμα 1 και τμηματικά, όπου δεν είχε σαρωθεί από τα σκαπτικά μηχανήματα. Θραύσματα κεραμίδων λακωνικού τύπου, διάσπαρτα τμήματα πλιθιών και πίθων, μέτρια ποσότητα κεραμικής και ελάχιστα μικροευρήματα.

ΣΤΡΩΜΑ 2: Χώμα αργιλώδους σύστασης και σκουροκάστανης απόχρωσης, κάτω από το υλικό της πεσμένης στέγης,  το στρώμα θεμελίωσης κτηρίου. Χωρίς ευρήματα.

ΣΤΡΩΜΑ 3: Στα πλαίσιο δύο δοκιμαστικών τομών που διεξήχθησαν με σκαπτικό μηχάνημα βόρεια και νότια του οριοθετημένου καννάβου σε βάθος 6,00 μ. Διαδοχικές αποθέσεις λεπτόκοκκης άμμου που εναλάσσεται με στρώσεις από χαλικώδεις και κροκαλοπαγείς λίθους.

 

ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΑ ΚΑΤΑΛΟΙΠΑ

            Τα οικοδομικά κατάλοιπα στη θέση Ντουβάρι ΙΙ περιορίζονταν στο κεντρικό  τμήμα του ανασκαφικού χώρου, σε όλη την έκταση του οποίου  υπήρχαν σαφείς ενδείξεις εκτεταμένης καταστροφής από τα σκαπτικά μηχανήματα. Συγκεκριμένα εντοπίστηκαν δύο αποσπασματικά σωζόμενοι τοίχοι που κάθετοι μεταξύ τους όριζαν κτήριο αδιευκρίνηστης κάτοψης, δυτικά του οποίου και σε παράλληλη σχέση αποκαλύφθηκε τμήμα αργολιθοδομικού περιβόλου πλάτους 1,50 μ.

            Το κτήριο είχε προσανατολισμό Ν.ΝΑ – Β.ΒΔ και σωζόμενες διαστάσεις 12,00Χ 3,50 μ. Είχε καταστραφεί  νότια και ανατολικά, συνεπώς είναι αδύνατη η ταύτιση της συνολικής του κάτοψης (εικ. 2,8). Οι τοίχοι του σώζονταν στο επίπεδο της θεμελίωσης και διαμορφώνονταν  από αργολιθοδομή με συνδετικό υλικό λασπόχωμα. Το πλάτος τους ήταν 0,55μ. και το ύψος τους από 0,10μ. έως 0,40μ. Τα υπολείμματα διαλυμένων πλιθιών που βρέθηκαν στο στρώμα καταστροφής και η επίχωση, ανάλογης υφής και απόχρωσης, υποδηλώνουν πλίνθινη ανωδομή.

 Το στρώμα της πεσμένης στέγης αποκαλύφθηκε σε αρκετά πυκνή διάταξη δυτικά του κτηρίου, ενώ στο εσωτερικό του και στην υπόλοιπη έκταση του ανασκαφικού χώρου είχε μεγάλη διασπορά. Ηταν θραύσματα κεραμίδων λακωνικού τύπου, κάποια από τα οποία έσωζαν ίχνη ερυθρού επιχρίσματος και έφεραν «δαχτυλιές», με διαφορές ως προς την απόχρωση και τη σύσταση του πηλού. Στη νοητή προέκταση του κτηρίου προς ΝΔ εντοπίστηκαν θραύσματα και το κατώτερο τμήμα πίθου insitu, βυθισμένου στο φυσικό έδαφος και καλυμμένου από το υλικό της πεσμένης στέγης. Εφερε  μολύβδινους συνδέσμους και είχε σωζόμενη διάμετρο 1,00μ.

 

Σε απόσταση 3,50μ. εξωτερικά του δυτικού τοίχου του κτηρίου  υπήρχε στον ίδιο άξονα ισχυρός αργολιθοδομικός περίβολος, θεμελιωμένος βαθύτερα, στο αλλουβιακό στρώμα. Το πλάτος του ήταν 1,50μ. και το σωζόμενο μήκος του 8,00μ. Εσωζε την κατώτερη σειρά θεμελίωσης, με διαμορφωμένα μέτωπα από αδροδουλεμένους λίθους μεγάλων διαστάσεων και λιθοριπή στο κέντρο. Η επιφάνειά του καλυπτόταν από το κατεστραμμένο τμήμα της λίθινης ανωδομής του.

ΤΑΦΗ

 

Σε επαφή με το ανατολικό μέτωπο του περιβόλου και κάτω από το επίπεδο του θεμελίου, εντοπίστηκε παιδικός καλυβίτης τάφος στο φυσικό έδαφος που σφραγιζόταν από το  στρώμα καταστροφής  του κτηρίου.

 

Είχε προσανατολισμό ΑΔ. και διαστάσεις 1,00Χ0,50μ., ενώ το ύψος του ήτνα 0,40μ. Οι μακρές πλευρές του σχηματίζονταν από δύο ακέραιους στρωτήρες  λακωνικού τύπου(0,90Χ0,45μ.), λοξά τοποθετημένους που εφάπτονταν  στην κορυφή τους, ενώ οι  στενές πλευρές του ορίζονταν αντίστοιχα από θραύσμα στρωτήρα σε κατακόρυφη θέση. Στην ένωση των μακρών πλευρών ήταν τοποθετημένος ένας ακέραιος καλυπτήρας.

 

Ο νεκρός ήταν τοποθετημένος με το κεφάλι ανατολικά πάνω σε  επιμελημένο δάπεδο από δύο οριζόντιες λίθινες πλάκες, που οριοθετούνταν περιμετρικά από αδρά δουλεμένες πέτρες.  Σε ύπτια εκτεταμένη θέση, με τα χέρια παράλληλα προς το σώμα. Ο σκελετός  σωζόταν αποσπασματικά, σε μέτρια κατάσταση διατήρησης και ανήκει σε μικρό παιδί απροσδιόριστου φύλου.

 

Η απουσία ευρημάτων στο εσωτερικό του τάφου καθιστά προβληματική την απόλυτη χρονολόγησή του, ωστόσο η θέση, το υλικό κατασκευής και η επίχωση τον τοποθετούν χρονικά στη φάση χρήσης του κτηρίου και πιθανώς τον συσχετίζουν με τους ενοίκους του.

 
 
ΚΕΡΑΜΙΚΗ – ΜΙΚΡΟΕΥΡΉΜΑΤΑ

Η ανασκαφή της θέσης απέδωσε μικρή ποσότητα αβαφούς κεραμικής, που αντιπροσωπεύεται σχεδόν αποκλειστικά από αβαφή χρηστικά αγγεία, όπως οινοχόες, αμφορείς και χυτροειδή. Λιγοστά είναι επίσης τα μελαμβαφή όστρακα, που αφορούν κυρίως επιτραπέζια αγγεία ασαφούς χρονολόγησης, με εξαίρεση μία λαβή κανθάρου που τοποθετείται με σχετική ασφάλεια στα τέλη του 4ου αι. π.Χ καθώς και τμήμα σκύφου των αρχών του 3ου αι. π.Χ. Τέλος, ελάχιστα είναι τα μικροευρήματα, που ανήκουν στις κατηγορίες των σιδερένιων καρφιών και των μολύβδινων συνδέσμων πίθων. Μοναδικό χάλκινο εύρημα ένα αδιάγνωστο έλασμα.

ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ – ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Η ακριβής χρονολόγηση είναι προβληματική λόγω της έλλειψης χαρακτηριστικής κεραμικής και λοιπών ευρημάτων. Ωστόσο, τα ελάχιστα ασφαλώς χρονολογημένα όστρακα που απέδωσε η ανασκαφή τοποθετούν την φάση ζωής του κτηρίου στην πρώιμη ελληνιστική περίοδο και την πιθανή καταστροφή του στα χρόνια των εκτεταμένων Γαλατικών επιδρομών, με διάρκεια ζωής από τα τέλη του 4ου αι. π.Χ και μέχρι τις αρχές του 3ου αι. π.Χ.

Τα παραπάνω χρονικά όρια επιβεβαιώνονται και από την ενιαία στρωματοφραφία της θέσης  με την πρώιμη φάση της εγκατάστασης στο  Ντουβάρι Ι,  με την οποία γειτνιάζει άμεσα. Προβληματική είναι επίσης η ερμηνευτική προσέγγιση του κτηρίου λόγω της απουσίας ευρημάτων δηλωτικών της χρήσης του χώρου. Ωστόσο η άμεση σχέση του  με τη θέση Ντουβάρι Ι, που ταυτίζεται ασφαλώς ως εγκατάσταση επεξεργασίας και αποθήκευσης αγροτικών προϊόντων, μας επιτρέπει αναγωγικά το συμπέρασμα ότι ίσως πρόκειται για κτήριο αγροτικού-οικοτεχνικού χαρακτήρα.