Κοσάρια

Πλαταμώνας θέση Κοσάρια/Καλάμι

ΠΡΩΤΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

 

 

Η θέση βρίσκεται μέσα στον οικισμό του  Πλαταμώνα, σε υψόμετρο περίπου 21 μ. από τη θάλασσα.  Ορίζεται από τοπικούς μικροχειμάρρους που βρίσκονται αμέσως βόρεια  της Δρεμπίνας, του μεγαλύτερου από τους χειμάρρους του Κάτω Ολύμπου:  ΒΔ από το Καλάμι και ΝΑ από τον Γκορίτσα Λάκκους.   Ο Θερμαiκός κόλπος βρίσκεται 600 μ. ΒΑ.   Η μεγάλη ελληνιστική αγροικία των Τριών Πλατανιών  απέχει 3 χλμ., ενώ ΒΑ το Κάστρο του Πλαταμώνα και η θέση Κρανιά απέχουν περίπου 5χλμ. Η θέση ονομάζεται Κοσάρια εξαιτίας του προγράμματος διανομής 800 στρεμμάτων γης σε 20 άκληρες οικογένειες προσφύγων το 1928, το οποίο όμως ποτέ δεν πραγματοποιήθηκε.

Στα τέλη του 2001 ολοκληρώθηκαν οι απαραίτητες απαλλοτριώσεις και πραγματοποιήθηκε από την ΕΡΓΟΣΕ η χάραξη του τελευταίου τμήματος της σιδηροδρομικής γραμμής Ν.Πόρρων – Λεπτοκαρυάς. Πρόκειται  συγκεκριμένα για τη χάραξη του cutandcoverεντός του Πλαταμώνα. Η θέση βρίσκεται  στη χ.θ. 2+150  \ 2+250 του νέου έργου.  Των χωματουργικών εργασιών της εργολαβίας προηγήθηκαν δοκιμαστικές τομές με χωματουργικά μηχανήματα, δεδομένων των αρχαιοτήτων που είχαν εντοπιστεί παλιότερα στο γειτονικό ύψωμα Κουκούλα. Οι τομές στο συγκεκριμμένο σημείο έφεραν στην επιφάνεια  έντονα ερυθρά στρώματα, κομμάτια από  κεραμίδες, πλιθιά, κεραμική και αργόλιθους σε σειρές.  Η ανασκαφική έρευνα άρχισε τις τελευταίες μέρες του Ιανουαρίου του 2002 και ολοκληρώθηκε στα τέλη Μαρτίου-αρχές Απριλίου του 2002.  Μεσολάβησαν διακοπές λόγω καιρικών συνθηκών αλλά και υπερωριακή εργασία.

Από την αρχική έκταση των τεσσάρων περίπου στρεμμάτων, αποδείχτηκε τελικά ότι οι αρχαιότητες που δεν είχαν καταστραφεί από τους παραρρέοντες χειμάρρους  καταλάμβαναν έκταση περίπου 500 τμ.  Ορίστηκε τοπογραφικός κάνναβος σε συνάρτηση με τον κάνναβο των Τριών Πλατανιών.  Τα επιφανειακά στρώματα έως και βάθος 1-1,50  μέτρων προέρχονταν από αυτές τις αποθέσεις και αφαιρέθηκαν στο μεγαλύτερο ποσοστό με χωματουργικά μηχανήματα.

 

Στρωματογραφία

Εξαιρετικά διαταραγμένη διαχρονικά από τους χειμάρρους, έτσι ώστε σε κανένα μέτωπο της ανάσκαφής δεν διασώθηκε ολόκληρη. 

 

Επιφανειακά στρώματα:

Σε βάθος 1-1, 50 μ.,  διαταραγμένα από αποθέσεις χειμάρρων, περιπτωσιακά με κεραμεική ρωμαϊκών χρόνων. 

 

Στρώμα 1:

Εντοπίστηκε αμέσως κάτω από τις αποθέσεις του χειμάρρου. Καστανό ανοιχτό στρώμα, αργιλώδες με άμμο και χαλίκι, ομοιογενές. Περιείχε λίγες κεραμίδες, λίγα πλιθιά και λίγη κεραμική ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων. Στο όριο με το αμέσως επόμενο στρώμα κεραμίδες-πλιθιά-όστρακα ήταν αισθητά περισσότερα.

 

Στρώμα 2:

Ερυθρό στρώμα, αμέσως κάτω από το προηγούμενο  με πολλές κεραμίδες, πλιθιά –αρκετά ψημμένα-, κεραμική ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων και ίχνη φωτιάς κατά τόπους. Εντοπίστηκε κάτω από το 1, και εκάλυπτε τις λιθοσειρές και τις τάφρους. 

 

Στρώμα 2 με χαλίκι:

Σκούρο μαλακό, καστανέρυθρο έως ανοιχτό καστανό, με άμμο και πολύ χαλίκι. Ισως πρόκειται για διατάραξη στο   στρώμα 2.

 

Στρώμα 3:

Χώμα καστανής έως ανοιχτής υποκίτρινης απόχρωσης, μαλακό σχεδόν καθαρό με ελάχιστες προσμείξεις σε άμμο και χαλίκι. Κάτω από το στώμα 2, μέσα στις τάφρους.  Μεγάλη ποσότητα κεραμιδιών, τμημάτων πίθων  και πλιθιών, κεραμεική μάλλον μόνο ελληνιστικών χρόνων [?].

 

Στρώμα 3α

Εκτεταμμένες αποθέσεις χειμάρρων.

 

Στρώμα 4:

Μαλακό, ερυθρό έως σκούρο μαυρισμένο κατά τόπους από φωτιά. Χειροποίητη προιστορική κεραμική, εποχής χαλκού, μάλλον του πρώτου μισού της δεύτερης χιλιετίας.

 

Στρώμα 5:

Λούνη μετά  από μεγάλη πλημμύρα προϊστορικών χρόνων.

 

 

Μετά τον καθαρισμό της επιφάνειας από τα μπάζα των χωματουργικών μηχανημάτων εμφανίστηκε η εικόνα μιας επίπεδης έκτασης με λιθοσειρές σε μικρή απόσταση μεταξύ τους, που έδιναν την εντύπωση αλλεπάλληλων τοίχων με κατεύθυνση ΒΑ-ΝΔ.  Τις εκάλυπτε κατά τόπους επίχωση έντονα κόκκινη από διαλυμένα πλιθιά, που περιείχε επίσης κεραμίδες, όστρακα,  κομμάτια πίθων και μερικά οστά. 

 

 

Σε διάφορα σημεία του ανασκαμμένου χώρου εντοπίστηκαν επίσης μικροί και μεγαλύτεροι λάκκοι συνήθως με μαύρα χαλαρότερα  χώματα, κάποτε με άφθονα όστρακα αγγείων και κομμάτια πίθων.  Είναι άγνωστη η φάση διάνοιξης των λάκκων δεδομένου ότι η στρωματογραφία ήταν  εξαιρετικά διαταραγμένη.

 

 

Μετά την αφαίρεση της κατά τόπους επίχωσης αποκαλύφθηκαν 9 λιθοσειρές και ισάριθμοι ενδιάμεσοι  τάφροι, με κατεύθυνση ΒΑ-ΝΔ.  Εκτός από την κεραμεική ρωμαϊκών και ελληνιστικών  χρόνων, κατά την αφαίρεση τους βρέθηκαν αρκετά χειροποίητα όστρακα, προμυκηναϊκής εποχής.  Οι τάφροι είχαν  πλάτος 0,7 έως 0,9μ. βάθος 20-50 εκ. και  οι λιθοσειρές έχουν πλάτος περίπου 1,80μ. 

 

 Κοσάρια, Καλάμι.  Κάτοψη φάσης ιστορικών χρόνων.
 

 

 

Είναι εξαιρετικά δύσκολο έως και αδύνατο να γίνει αντιληπτή η κατασκευή, η λειτουργία και η ερμηνεία του ευρήματος, δεδομένου μάλιστα ότι η ανασκαφή ολοκληρώθηκε με ταχύτητες ανάλογες με τις εντεταλμένες και  για την ανασκαφή στον αγωγό Σ2 στην Κρανιά [όπου δυστυχώς η έρευνα ποτέ δεν ολοκληρώθηκε].  Επί του παρόντος το μόνο ανάλογο παράδειγμα στην περιοχή είναι οι τάφροι στο Κομπολόι, που είναι δυνατόν να αποτελούν τάφρους από όρχους αμπέλων σε παλιότερο αμπελώνα.  Διαφέρουν από το γεγονός ότι οι τάφροι του Κομπολογιού ανοίχτηκαν ταφρολογώντας μέσα σε φυσικό στρώμα απόθεσης χειμάρρου, ενώ, σε αρκετά σημεία, οι λιθοσειρές στο Κοσάρι μοιάζει νά έχουν τοποθετηθεί με το χέρι.

 

 Η Θέση Κομπολόι, στη χώρα των  αρχαίων Λειβήθρων.

 

Την εποχή του Φιλίππου Β  κατασκευάστηκε μεγάλη αγροικία [Αν.] και οινοποιίο [Δυτ.].  Εξωτερικά του πιθεώνα ανασκάφηκαν και υπαίθριοι υπόστεγοι πιθεώνες.  Διασώθηκαν τμήματα από  τάφρους [ΝΑ]  που πιθανώτατα σχετίζονται με σειρές αμπέλων που αχρηστεύθηκαν όταν   κτίσθηκε το συγκρότημα.  Αμπελώνας του 4ου αιώνα π.Χ. ανασκάφηκε επίσης και στην περιοχή της Πέλλας.  Αποκαλύφθηκαν  και εκεί  παράλληλες σειρές ορθογώνιων λαξευμάτων [2-2,60Χ0,50 μ.] σε κανονικές αποστάσεις [1,50-1,80 μ.] και βάθος [0,50 μ.]  Το εύρημα είναι σύμφωνο  με τους αρχαίους κανόνες που είναι γνωστοί από κείμενα για βραχώδη, μέσα και αδύνατα εδάφη. Οι λάκκοι έμεναν ανοιχτοί για ένα χρόνο πριν από τη φυτεία προκειμένου να εκτεθούν τα τοιχώματα στις καιρικές συνθήκες.  Αν τα κλήματα τοποθετούνταν πλαγιαστά, οι  ρίζες δεν ήταν μεγαλύτερες από 0,30 εκ., φυτεύονταν την ίδια ημέρα που κόβονταν και τέσσερα από τα έξι μάτια έμπαιναν στο χώμα.  Αν οι λάκκοι ήταν μακρείς, τότε μπορούσαν να τοποθετηθούν δύο ρίζες στις άκρες. Οι λάκκοι γεμίζονταν με εκλεκτό καθαρό χώμα, που σκάβονταν και ανανεώνονταν για τρία χρόνια έως ότου αναπτυχθεί ο κορμός.  Τα αμπέλια διασχίζονταν από ένα κύριο δρόμο για τα αμάξια αλλά και από μικρότερα μονοπάτια.

 

Από τα κινητά ευρήματα [κεραμίδια, πλιθιά] τόσο της παλιότερης φάσης μέσα στις τάφρους [στρ. 3] όσο και της νεώτερης [στρ. 2] προκύπτει ότι σε σχετικά μικρή απόσταση υπήρχε κτίσμα, που βρίσκεται σήμερα εκτός της απαλλοτριωμένης ζώνης, σε βάθος 1-1,50 μ. κάτω από τις αποθέσεις των χειμάρρων.  Πιθανώτατα πρόκειται για αγροκτήματα ή και αγροικίες ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων.  Από την ανασκαφή προέκυψε κεραμική ελληνιστικών και ρωμαικών χρόνων που περιλαμβάνει κυρίως αβαφή χρηστικά αγγεία, θραύσματα πίθων και λιγα  μελαμβαφή και ερυθροβαφή όστρακα. Βρέθηκαν επίσης λίγα  μικροευρήματα, κυρίως σιδερένια καρφιά, 3 χάλκινα, 1 οστέινο αντικείμενο, 1 πήλινο πηνίο και 3 χάλκινα νομίσματα. Τα δύο αφορούν αυτοκρατορικές κοπές ρωμαικών χρόνων και το τρίτο κοπή Δημητρίου Πολιορκητή.  Τα κινητά ευρήματα δεν έχουν πλυθεί, συντηρηθεί, φωτογραφηθεί  και τακτοποιηθεί ακόμη.

 

 

Μερικές  από τις τάφρους χρησιμοποιήθηκαν στη συνέχεια ως δοκιμαστικές στρωματογραφικές τομές, δεδομένου ότι ότι το έργο προγραμματιζόταν να προχωρήσει σε μεγάλα βάθη.  Διαπιστώθηκε ότι οι λίθοι πατούσαν πάνω σε λεπτόκοκκο, αμμώδες έως αργιλλοαμώδες, ομοιογενές και καθαρό στρώμα χωρις προσμίξεις από πέτρες.  Θα μπορούσε να είναι προϊόν απόθεσης, αλλά όχι απαραίτητα, δεδομένου ότι παρόμοιο χώμα εντοπίστηκε ως στρώση και ανάμεσα στις στρώσεις των λίθων.

Αμέσως κάτω από τις λιθοσειρές εντοπίστηκαν λίγα προϊστορικά όστρακα, και στη συνέχεια, κάτω από το στρώμα της άμμου και την φάση με τις λιθοσειρές και τις τάφρους, ενιαίο και βαθύ στρώμα απόθεσης χειμάρρου.

Σε υψόμετρο 17 έως 16, 15. περίπου μ. δηλαδή περίπου 3 μ. από την σημερινή επιφάνεια εντοπίστηκε νέο αρχαιολογικό στρώμα, επίχωση της εποχής του χαλκού, της ίδιας φάσης με το στρώμα 7 της Κρανιάς, την φάση των τύμβων στη Πηγή Αθηνάς, και την κύρια φάση που εντοπίστηκε στη θέση Τοπόλιανη-Βάλτος Λεπτοκαριάς, του πρώτου δηλαδή μισού της δεύτερης χιλιετίας πΧ.. Εκτός από την επίχωση, δεν εντοπίστηκαν αρχιτεκτονικά στοιχεία, μολονότι υπήρχαν στο στρώμα διάσπαρτοι πηλοί και καύσεις.

Δοκιμαστικές τομές που έγιναν στη συνέχεια σε μεγαλύτερο βάθος απέβησαν άκαρπες.

Ε.Π.
Δευτέρα, 3 Ιουνίου 2002