Κοινωνία

Κοινωνία

Πρώτη ανθρώπινη κοινωνία, λέει ο Αριστοτέλης,  ήταν ο Οίκος, τα ομοτράπεζα δηλαδή μέλη μιας οικογένειας που συστεγάζονταν στο ίδιο σπίτι καλύπτοντας τις πρωτογενείς ανάγκες της στοιχειώδους, πρώτης ανθρώπινης κοινωνίας.[1]   Ο συνοικισμός περισσότερων οίκων δημιούργησε σταδιακά την κώμη, μία αρχική κοινωνία του γένους, σε ένα μεγαλύτερο και ατείχιστο χωριό.[2]

 

Αργότερα, το πολυάριθμο πλήθος  τέτοιων μικρών κοινοτήτων που ήταν ανεπτυγμένο σε μία ευρύτερη  περιφέρεια και συνήθως ανήγαγε τη δημιουργία του σε έναν μυθικό πρώτο οικιστή, αναφερόταν ως «έθνος» αλλά η αρχική σημασία της λέξης δεν είχε τη σημερινή εθνοπολιτική της χροιά.[3] Στις τοπικές αυτές κοινωνίες, η κατακερματισμένη γεωμορφολογία του ελληνικού τοπίου είχε ενισχύσει κατά τη διάρκεια των αιώνων έναν έντονο τοπικισμό, που είναι στον τόπο μας διαχρονικός,  αλλά και πολλές τοπικές συνήθειες.

 

Η σύγχρονη έρευνα θεωρεί ότι μέσα στο πρώτο μισό της πρώτης χιλιετίας π.Χ. και πιθανότατα στη γεωμετρική εποχή, σε πολλές περιοχές της νότιας Ελλάδας, των νησιών, και των αποικιών, πολλές μικρές «εθνικές» κοινωνίες συνενώθηκαν οικιστικά και πολιτικά και  δημιούργησαν την  Πόλη, έναν μεγάλο οικισμό και θεσμό, χάρη στον οποίο επρόκειτο να γεννηθούν και να ριζώσουν μέχρι σήμερα οι έννοιες του πολίτη, του  πολιτισμού και της πολιτικής.

 

Η λέξη «πόλις» είναι γνωστή από τον Ησίοδο[4] αλλά και από τον Όμηρο, όπου η βασιλευόμενη Τροία, και όχι μόνο,  συχνά αναφέρεται ως πόλις.[5] Φαίνεται ότι αρχικά δήλωνε το κέντρο εξουσίας του άρχοντα του τόπου, δηλαδή το κάστρο, την ακρόπολη της περιοχής.  Η μεταγενέστερη όμως αστικοποίηση και οι εκατοντάδες των κλασσικών ελληνικών πόλεων συνδέθηκαν στην περίοδο της ακμής τους με ένα άλλο μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης, χάρη στο οποίο η λέξη απέκτησε ένα διαφορετικό «πολιτικό» φορτίο,  σηματοδοτώντας κυρίως, (ιδιαίτερα μάλιστα στη σύγχρονη διεθνή έρευνα), τις Πόλεις-Κράτη των αρχαϊκών/κλασσικών χρόνων. 

 

Η Πόλις ταυτιζόταν επίσης με την ανδροκρατούμενη κοινωνία των ελεύθερων πολιτών της που είχαν κοινή καταγωγή, γλώσσα, θρησκεία, ήθη-έθιμα και πολιτισμό.  Ηταν  κυρίαρχη πάνω στα μέλη της και είχε πολιούχους θεούς, δικά της νομίσματα, δικό της στράτευμα, δική της οικονομία, και  αυτονομία με δικούς της γραπτούς και άγραφους νόμους.  Δημιουργήθηκε για μια καλύτερη  ζωή με αυτάρκεια, αυτοδιοίκηση και ασφάλεια, μέσα  σε έναν σύνθετο αλλά συμπαγή κοινωνικό ιστό.

 

Την Πόλη συγκροτούσε ένα πυκνοδομημένο «πολιτικό» κέντρο [«Αστυ»] κάτω από την ακρόπολη, και η γύρω ύπαιθρος  [«Χώρα»] όπου ήταν δυνατόν να υπάρχουν μικρότεροι οικισμοί και αγροικίες.  Τα πολιτεύματα ήταν αρχικά μοναρχίες (βασιλεία, τυραννία) και ποικίλα ολιγαρχικά καθεστώτα, αργότερα απέκτησαν και δημοκρατικό χαρακτήρα διαφόρων επίσης τύπων, συνήθως άμεσου αλλά και έμμεσου, αντιπροσωπευτικού χαρακτήρα.[6]  Από τις δύο επιφανέστερες αρχαίες Πόλεις, η Αθήνα αποτελεί το κυρίαρχο παράδειγμα ενός δημοκρατικού πολιτεύματος που διαμορφώθηκε ύστερα από αλλεπάλληλες μεταρρυθμίσες, ενώ η Σπάρτη το αντίστοιχο παράδειγμα ενός πολιτεύματος που παρέμεινε σχεδόν αναλλοίωτο μετά την δημιουργία του από τον σχεδόν μυθικό Λυκούργο στην Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου.

 

Η Μακεδονία παρέμεινε οργανωμένη «εθνικά», με πολίτευμα την παραδοσιακή της βασιλεία.  Οι πόλεις της, εξαρτημένες από την κεντρική εξουσία του βασιλιά στην Πέλλα, περιβάλλονταν από ευρείες αγροτικές περιοχές που παρείχαν στους κατοίκους μεγαλύτερη αυτάρκεια των απαραίτητων γεωργοκτηνοτροφικών προϊόντων.   

 

Πολιτικές μονάδες της αρχαιότητας ήταν κατά κανόνα μόνο οι γηγενείς, ελεύθεροι Πολίτες, που ήταν παιδιά πολιτών από πατέρα και μητέρα, ή μόνο από τον πατέρα. Τα πολιτικά δικαιώματα ήταν  αποκλειστικό προνόμιο των ενήλικων ανδρών πολιτών.  Επικρατούσε η μονογαμία αλλά επιτρεπόταν για τους άντρες και οι σύντροφοι-παλλακίδες.  Επιτρεπόταν η έκτρωση, και υπήρχαν οι θεσμοί της προίκας, του διαζυγίου, της υιοθεσίας, της διαθήκης. Η γυναίκα ήταν, αλλού περισσότερο και αλλού λιγότερο, υπό την προστασία και κυριαρχία του άντρα της οικογένειας. 

 

Αν εξαιρέσουμε περιπτώσεις όπως η ξενόφοβη Σπάρτη, στις αρχαίες πόλεις συγκατοικούσε μεγάλος αριθμός  μετοίκων που δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα και δικαιώματα στην ιδιοκτησία γης.  Ήταν μόνιμοι κάτοικοι της πόλης, αλλά «ξένοι», μετανάστες δηλαδή από άλλες ελληνικές ή και από ξένες περιοχές (Σύροι, Φρύγες, Λυδοί κ.α.) άνθρωποι ελεύθεροι και συχνά προβεβλημένα στελέχη της κοινωνίας, όπως πχ, στην Αθήνα οι ζωγράφοι Ζεύξις, Πολύγνωτος κα Παρράσιος, ο πολεοδόμος Ιππόδαμος, ο ρήτορας Λυσίας κ.α.  Συνέβαλαν τα μέγιστα στην οικονομία, τόσο με τη φορολογία όσο και με τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες.[7] 

Δεδομένου ότι η χειρωνακτική εργασία εθεωρείτο ανάξια ενός ελεύθερου πολίτη, ο θεσμός του κατεστημένου που στήριξε σε μεγάλο βαθμό τον αρχαίο τρόπο ζωής κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά ήταν η δουλεία.  Σύμφωνα πχ. με κάποιους υπολογισμούς στην Αθήνα υπήρχαν 150.000-160.000 δούλοι ενώ αναφέρονται Αθηναίοι που διαχειρίζονταν 300, 600, και 1000 δούλους.[8]  Ήταν δουλοπάροικοι, όταν ολόκληρος ο κατακτημένος πληθυσμός μιας περιοχής μεταβαλλόταν σε δούλους των κατακτητών, όπως πχ. στην Λακεδαιμονία και τη Θεσσαλία, οικέτες όταν ζούσαν μέσα στο σπίτι (π.χ. θυρωροί, μάγειροι, «παιδαγωγοί», καθαρίστριες, υφάντρες, κλπ), γεωργοί και βοσκοί στα κτήματα, εργάτες στις επιχειρήσεις και το εμπόριο, δημόσιοι δούλοι (π.χ. όργανα της τάξης, δήμιοι, σκουπιδιάριδες, γραφείς) κ.α. Ήταν  αιχμάλωτοι πολέμου, δούλοι εκ γενετής, συμπολίτες που δεν μπορούσαν να ξεπληρώσουν τα χρέη τους, θύματα πειρατείας, αρπαγής, δουλεμπορίου, παιδιά που είχαν εγκαταλειφθεί ή πωληθεί, κ.α..    

 

Καμία ίσως αρχαία κοινωνία δεν είναι αθώα αυτού του θεσμού που ευτύχησε να έχει την ιδεολογική κάλυψη ενός Αριστοτέλη[9] και την στήριξη των δύο επιφανέστερων ελληνικών  Πόλεων, της Σπάρτης και της Αθήνας.

 

 «Όπως και νά χει, είναι πάντως φανερό ότι άλλοι από τους ανθρώπους είναι από τη φύση τους ελεύθεροι και άλλοι δούλοι, και ότι στους δούλους συμφέρει και είναι δίκαιο να είναι δούλοι».........

Αριστοτέλης, Πολιτικά 1255α

 

 

Σημειώσεις


[1] Βλ. Αριστοτέλους Πολιτικά Α 1252β.

 

[2] Βλ. Sch. Vet Ησιόδου Εργα και Ημέραι. 637 1, 635, 9. . KWMH. OÙc ¹ pÒlij, ¢ll' ¹ me…zwn ¢groik…a, ½goun tÕ mšgiston cwr…on. TZETZΗΣ.  Kèmh dš ™stin ¹ ¢te…cistoj tîn ¢nqrèpwn sunoik…a. MOSCOP.

 

[3] Η αρχική της σημασία αφορούσε το πλήθος και την ομάδα.

 

[4] πχ. «p©sa d MurmidÒnwn te pÒlij kleit» t' 'IawlkÕj ”Arnh t' ºd' `El…kh ”Anqei£ te poi»essa»  Ασπίς  380

 

[5] πχ. «pÒlij Pri£moio ¥naktoj» Ιλ. 2 373 ηκ.α. ,   «pÒlij 'EfÚrh mucù ”Argeoj ƒppobÒtoio»Ιλ. 6 152  « QruÒessa pÒlij a„pe‹a kolènh thloà ™p' 'Alfeiù, ne£th PÚlou ºmaqÒentoj»  Ιλ. 11 711 « KnwsÒj, meg£lh pÒlij, œnqa te M…nwj ™nnšwroj bas…leue DiÕj meg£lou Ñarist»j, patrÕj ™mo‹o pat»r, megaqÚmou Deukal…wnoj.» Οδ. 19 178 κ.α

 

[6] Βλ. πχ. Αριστοτέλους Πολιτικά Στ1318β.

 

[7] Βλ. πχ.  Ξενοφώντος Πόροι, ΙΙ.

 

[8] Βλ. πχ.  Ξενοφώντος Πόροι, IV 14.

 

[9] Βλ. πχ. Πολιτικά Α 1253β., 1254α.